17/5/15

Γι’ αυτούς, που φυλάττουν Θερμοπύλες.




Ο χρόνος δε ρωτά για τίποτα. Είναι αδυσώπητος. Πανδαμάτωρ. Αφήνει τα σημάδια του σε όλους. Ακόμη και στους δυνατότερους. Στους σπουδαιότερους. Το παρόν κείμενο είναι εκτός των καθιερωμένων. Αρκετοί φίλοι μου ζήτησαν να γράψω ένα κείμενο-αφιέρωμα στο David Trezeguet με αφορμή την απόσυρσή του από την ενεργό δράση. Θεωρώ πώς δεν είμαι ο κατάλληλος για τη μεμονωμένη παράθεση των πεπραγμένων του. Κι άλλωστε πώς να χωρέσουν 20 χρόνια ποδοσφαίρου σε μία, δύο, δέκα σελίδες;  Τοιουτοτρόπως σκεπτόμενος αποφάσισα να ανάξω σε κάτι πιο ολοκληρωτικό· να το γενικεύσω στον υπέρτατο βαθμό.

Για τη γενιά μου, τη γενιά των 20 χρονών και κάτι, με μικρές αποκλίσεις προς τα πάνω ή προς τα κάτω, ο πρώτος συνειδητοποιημένος «ποδοσφαιρικός Έρως» με τη Juventus έλαβε χώρα το 2003. Για τους πιο μεγάλους λίγο νωρίτερα, για τους μικρότερους λίγο αργότερα. Τα χρονικά όρια επιτρέπουν τις αποκλίσεις. Επιτρέπουν τη βιωματικότητα. Για τη γενιά μου, «Μεγάλη Κυρία» σημαίνει Del Piero, Buffon, Nedved, Trezeguet, Camoranesi και ούτω καθ’ εξής. Οι πρώτες μιμήσεις ποδοσφαιριστών ήταν εκείνοι. Δεν αναφέρω τα παραπάνω ονόματα τυχαία. Οι πρώτες μιμήσεις ομάδας είχαν αντικείμενο τη Vecchia Signora. Συν τω χρόνω, μεγαλώσαμε, φτάσαμε να περαιώσουμε στάδια της ζωής μας, που έμοιαζαν μακρινά, «αντρέψαμε». Μαζί μας μεγάλωσαν κι οι ήρωές μας. Ήρωες, που αντί για μπέρτες, μάσκες, γάντια φορούσαν ποδοσφαιρική στολή. Για τη γενιά μου ένας κύκλος κλείνει με τον καιρό.
Στον απόηχο, λοιπόν,  της μεγάλης πρόκρισης στον τελικό του Champions League επί της Real Madrid, όταν πια είχε «κάτσει» η σκόνη κι ο ενθουσιασμός ήρθε το πρώτο παράπονο· «Μακάρι να ‘ταν εδώ ο Alex». Κι όσο ανατρέχεις στο φωτογραφικό υλικό του παιχνιδιού συλλαμβάνεις το μέγεθος του «προβλήματος». Ο Buffon κι ο Pirlo είναι βετεράνοι πλέον. Ο Marchisio τριανταρίζει. Ο Chiellini τα ‘χει πατήσει ήδη. Αργά ή γρήγορα, οι δύο πρώτοι θα αποσυρθούν. Κι είναι ίσως εκείνοι, που τα έδωσαν όλα. Περισσότερο απ’ όλους. Η λύσσα του Gigi ήταν πρωτοφανής και στα δύο παιχνίδια. Ο «Maestro» έτρεξε, λέει, περισσότερο από τον «φανταχτερό» Cristiano Ronaldo στο παιχνίδι του Torino. Συνειρμικά δημιουργούνται εικόνες, που σε οδηγούν σε ένα δεύτερο συμπέρασμα. Αναλογίζεσαι ότι ο portiere από την Carrara αγωνίζεται με κίνητρο το χαμένο τελικό στο Manchester το 2003, στον οποίο ο συμπαίκτης του από τη Brescia αγωνιζόταν στην καρδιά της μεσαίας γραμμής του αντίπαλου δέους. Της ομάδας εκείνης, που του στέρησε το τρόπαιο. Το ντουέτο αυτό, τώρα συμπαίκτες τότε αντίπαλοι, συνδέουν το παρόν με το παρελθόν προ 12 ετών. Μειώνουν τη χρονική απόσταση, που στη σκέψη και τις θύμησες κάθε Juventino ισοδυναμεί με χιλιετία.


                       


Ο Buffon είναι ο μοναδικός συνδετικός κρίκος με την τελευταία εκδοχή της ομάδας του Lippi, που αδικήθηκε και αδίκησε τον ίδιο της τον εαυτό, όσο καμιά. Ο μοναδικός, που στέκει ακόμη εκεί με στόχο την «εκδίκηση» και την «εξιλέωση» των συμπαικτών του. Αυτών των ανθρώπων, που πάνω από την προσωπική φιλοδοξία τους έβαλαν την αγάπη για τα ασπρόμαυρα και την ακολούθησαν στο ναδίρ της ιστορίας της. Τη στιγμή που οι ίδιοι είχαν σκαρφαλώσει μόλις στο Everest του παγκόσμιου ποδοσφαίρου. Ναι, για τους Del Piero, το Nedved, το Buffon, τον Camoranesi, τον Trezeguet πρόκειται. Τους «Fantastic για τους οπαδούς της «La fidanzata». Μια ομάδας, που διαλύθηκε, ενώ είχε βάλει τα πρώτα λιθαράκια για να κατακτήσει την κορυφή. Μιας ομάδας που δε γκρεμίστηκε απλά, αλλά ισοπεδώθηκε.

Λείπουν όλοι εκείνοι στους οποίους χρωστάμε το ότι οι bianconeri στέκονται ξανά στα πόδια τους. Πλην ενός. Εκείνου, που ενσαρκώνει την ψυχή της ομάδας και σε τελική ανάλυση είναι η ψυχή της. Αν εκείνο το καλοκαίρι αποχωρούσαν όλοι μαζί, ποιος θα οδηγούσε αυτή την ομάδα στο δρόμο της επιστροφή της;  Η απόφαση του ενός συμπαρέσυρε και τους άλλους και εν τέλει ένας πυρήνας 5 ποδοσφαιριστών – ο Nucleo Cinque - ανέλαβε το μεγάλο αυτό φορτίο. Γι’ αυτούς θα παλέψει ο Super Gigi στον τελικό. Και μαζί του οι Chiellini, Pirlo, Marchisio. Είναι το ελάχιστο, που μπορούν να κάνουν για να τους τιμήσουν. Για να εξιλεώσουν τη στάση του συλλόγου απέναντί τους. Για να τους δώσουν μια τελευταία «ποδοσφαιρική» χαρά. Ολοκληρωτικά ποδοσφαιρική. Καμιά συνάφεια με τη χαρά του θεατή, του παρατηρητή, του οπαδού. Σαν να βρίσκονται κι οι ίδιοι στον αγωνιστικό χώρο του Ολυμπιακού Σταδίου στο Βερολίνο στις 6 Ιουνίου.

                            

Η στάση της Juventus είναι αυτή, που πληγώνει άπαντες. Πλην του Gigi, που είναι ακόμη εν ενεργεία, αλλά και του Pavel, που αποχώρησε, όπως ήθελε και όπως του άξιζε, οι υπόλοιποι τρεις – Del Piero, Trezeguet, Camoranesi – αποχώρησαν πριν το τέλος τους. Οι ιστορίες και των τριών είναι γνωστές. Εκείνη του Capitano πονάει περισσότερο απ’ όλες όμως. Γιατί ήταν η σκληρότερη. Ελάχιστα πριν τον τερματισμό. Και δεν του έπρεπε τέτοια συμπεριφορά. Φυσικά, η παρούσα διοίκηση, που ευθύνεται μονάχα για την αποχώρηση του «Μεγαλέξανδρου», προσπαθεί να επανορθώσει προσφέροντας διοικητικά ή προπονητικά πόστα σε όσους από τους θρύλους της ομάδας έχουν τα προσόντα και τη διάθεση να προσφέρουν στη Juventus. Μπορεί η αγάπη των ανθρώπων αυτών να τους φέρνει ξανά στο Τορίνο, αλλά σε εμάς τους εξωτερικούς παρατηρητές η σπασμωδική επαναφορά τους, εξαιτίας της εν τέλει συνειδητοποίησης της προσφοράς τους, προκαλεί αλγεινή εντύπωση. Τα όσα έδωσαν, όταν οι περισσότεροι γύρισαν την πλάτη στη Vecchia Signora, δε συγκρίνονται με τίποτα· δε μπαίνουν στη ζυγαριά με καμιά κατάκτηση πρωταθλήματος ή οποιαδήποτε διάκριση.

Το άδειασμα στον Del Piero είναι ο λόγος, που με κάνει να «ζηλεύω» κάτι απ’ τη Milan. Την τάση να αναγνωρίζει. Το προνόμιο και το προσόν της αυτό. Μπορεί να είναι η μεγάλη αντίπαλος της Juve, αλλά κατά γενική παραδοχή πρόκειται για το σύλλογο, που ξέρει να τιμάει τις σημαίες του καλύτερα από κάθε άλλον. Μπορεί να βίωσε 2 κύματα μαζικής αποχώρησης παικτών-θρύλων, που την έπληξαν ανεπανόρθωτα, αλλά τους τίμησε μέχρι εκεί που δεν πήγαινε. Αυτό την εξαίρει, την κάνει πιο λαμπερή, παρόλο που βρίσκεται σε τελματώδη κατάσταση. Είναι αδύνατον να μην της το καταλογίσεις.

Για όλα τα παραπάνω, για λόγους κυρίως συναισθηματικούς και λιγότερο αγωνιστικούς, για λόγους ηθικής, «αποκατάστασης» και «επανόρθωσης» της πληγείσας εικόνας των ανθρώπων, που μας κράτησαν στα δύσκολα, ο Gigi, ο Giorgone, o Maestro, o Principino, o Guerriero, o Apache κι όλα τα υπόλοιπα παιδιά δε θα είναι μόνοι τους την «Ώρα της Κρίσης». Δε θα περιοριστούν στην προσωπική δίψα και φιλοδοξία. Κάθε πάσα, κάθε σουτ, κάθε επέμβαση, κάθε τάκλιν θα έχει την αύρα ακόμη 4 τεράστιων φυσιογνωμιών της Juventus. Γι’ αυτό λοιπόν, σε περίπτωση κατάκτησης – γιατί δεν είναι σοφό να προδικάζουμε την εξέλιξη ενός αθλητικού αγώνα, δε θα ‘ναι η κούπα των ποδοσφαιριστών μόνο. Θα ‘ναι η κούπα «Των αντρών, που μένουν, και των ποδοσφαιριστών, που φεύγουν». Θα ‘ναι η κούπα, που θα φέρει το όνομα και φαρδιά πλατιά την υπογραφή «εκείνων, που φύλαξαν Θερμοπύλες» στους δύσκολους καιρούς.

Φόρτσα!

*Για τον κυρ Γιάννη, εκεί ψηλά. 


1/5/15

Una rivoluzione ci salverà.*




«Μπορείς πάντα να κερδίζεις στο ποδόσφαιρο, υπό τον όρο ότι αλλάζεις». Η ρήση ανήκει στο Valentino Mazzola, θρύλο της καφετιάς πλευράς του Torino. Η πραγματικότητα για την ασπρόμαυρη μεριά της πρωτεύουσας του Piemonte τείνει να τον επιβεβαιώσει ως προς την ανάγκη για αλλαγή. Η φετινή σεζόν της Juventus βρίθει σκαμπανεβασμάτων στην απόδοση των ποδοσφαιριστών και νεκρών διαστημάτων, ασχέτως αν τα αποτελέσματα και η έκβαση της σεζόν είναι θετικά εν τέλει. Τη δυσλειτουργία αυτή έχει διαγνώσει πρώτα από τον καθένα η διοίκηση της ομάδας και δείχνει διατεθειμένη να κάνει βήματα προς την κατεύθυνση αυτή. Προς την κατεύθυνση της «Επανάστασης». Μιας αναίμακτης, «ήρεμης Επανάστασης», που θα βασιστεί στις ήδη υπάρχουσες δομές, θα τις τρέψει σε όπλα της και θα έχει ως μόνο στόχο την έγκαιρη ανανέωση πριν την εμφάνιση της σήψης.

Η νοηματοδότηση της επιτυχίας.
Είναι κοινά αποδεκτός τόπος πώς το marketing της Juventus έχει κάνει άλματα την τελευταία 5ετία. Σ’ αυτό το πλαίσιο, διοικούντες και φίλα προσκείμενος στην ομάδα τύπος αρέσκονται στη μεταβολή καθεμιάς από τις επιτυχίες, υπό τον Agnelli, σε σημεία αναφοράς. Ορόσημα για την ομάδα. Έτσι, το 1ο Scudetto θεωρήθηκε ως εκείνο της «Επαναφοράς», το 2ο της «Εδραίωσης», το 3ο της «Κυριαρχίας» και το, κατά τα φαινόμενα, 4ο συναπτό της «Ωρίμανσης και του επαναπροσδιορισμού». Η περσινή καμπάνια για το 3ο συνεχόμενο πρωτάθλημα, που βασίστηκε στην ιταλική παροιμία «Non c’è due senza tre» αποδεικνύει του λόγου το αληθές. Τίποτα δε μένει ανεκμετάλλευτο και στην τύχη του, πλέον.

Το τελευταίο χρονικό διάστημα η περιρρέουσα ατμόσφαιρα, που περιβάλλει τη διοικητική ομάδα, αλλά και οι διαρροές εκείνης προς τα έξω, ενισχύουν την πεποίθηση πώς ο επαναπροσδιορισμός, η ανανέωση του κυττάρου της ομάδας είναι και αναγκαιότητα. Η
Juventus πρέπει, οφείλει να προλάβει αυτό που δεν μπόρεσε η Inter το 2010, δημιουργώντας παράλληλα το μέλλον της, ορμώμενη από το παρόν της. Και γιατί να είναι το Scudetto
της «Ωρίμανσης και του επαναπροσδιορισμού»; Πολύ απλά διότι η φετινή σεζόν είναι απόλυτα ρευστή ως προς το περιεχόμενό της. Μία από τις βασικές σταθερές – ο προπονητής – άλλαξε, ο νέος κάτοχος της θέσης έφερε νέα ήθη και έθιμα και επαναστοχάστηκε πάνω στην ταυτότητα της ομάδας. Η δεύτερη κι ίσως βασικότερη – οι ποδοσφαιριστές – έχουν πιάσει «ταβάνι», είτε ποδοσφαιρικά είτε ηλικιακά – με ορισμένες εξαιρέσεις – γεγονός, που κάνει την ανάγκη για ανανέωση, αλλαγή ποδοσφαιρικού στυλ και ποδοσφαιρικών χαρακτηριστικών των αποτελούντων την ομάδα επιτακτική. Τέλος, η ωριμότητα, με την οποία διαχειρίστηκαν άπαντες τις όποιες αγωνιστικές κρίσεις κι εν γένει τα σημαντικά παιχνίδια της χρονιάς, είναι παροιμιώδης. Καταλληλότερη στιγμή από τη συγκεκριμένη για τη μεταλαμπάδευση του «πνεύματος» αυτού δε δύναται να θεωρηθεί καμία άλλη.

Βασικοί πυλώνες.
Προ ολίγων ημερών οι
Marotta-Paratici και όλο το επιτελείο τους ανανέωσαν τη συνεργασία τους με τη Juventus για ακόμη 3 χρόνια. Έπεται, λογικά, και ο προπονητής Max Allegri με μονοετή επέκταση του υπάρχοντος συμβολαίου του ως το 2017. Για την επόμενη 3ετία τουλάχιστον, όπως γίνεται αντιληπτό, η ομάδα θα κινείται με τον ίδιο τρόπο και τις ίδιες σταθερές, που μας έχει συνηθίσει από το 2010. Χρονικό διάστημα σεβαστό. Η μαζική λήξη των συμβάσεων το 2018 πυροδοτεί σενάρια, που μιλούν για μεταπήδηση του Agnelli σε σημαντικό πόστο της FCA (Fiat-Chrysler Automobiles) το καλοκαίρι εκείνο. Ένα από τα επικρατέστερα, θέλει τον Nedved να αναλαμβάνει πρόεδρος αντί του Agnelli και τον Fabio Paratici γενικός διευθυντής αντί του Beppe Marotta. Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί πώς η εικασία αυτή δικαιολογεί στον απόλυτο βαθμό και την μίνιμουμ ανανέωση του Allegri από τον οποίο κανείς δεν έχει παράπονο στο Vinovo. Ο 48χρονος τεχνικός ήταν επιλογή του Marotta.  Απέναντι του ο – σύμφωνα με τις «γλώσσες» – επόμενος πρόεδρος Nedved, που διαφωνούσε με την πρόσληψή του, αντιπρότεινε… τον Roberto Mancini. Βεβαίως, όλα αυτά είναι στη σφαίρα του φαντασιακού, αλλά στο ποδόσφαιρο οι ανατροπές σκηνικών είναι συχνές και καλό είναι να προετοιμαζόμαστε για όλα τα ενδεχόμενα.

Ο «εγκέφαλος».
Είναι ίσως ο λιγότερο προβεβλημένος των διοικούντων, ο «εξ απορρήτων» του
Marotta κι εκείνος, που φέρει εις πέρας την περισσότερη βρώμικη δουλειά. Στην Ιταλία θεωρείται, δικαίως, ο «άνθρωπος-μετεγγραφές» της Juventus. Μετά από μια ασήμαντη καριέρα ως ποδοσφαιριστής, ο Fabio Paratici – περί ου ο λόγος – στράφηκε στο τεχνοκρατικό σκέλος του ποδοσφαιρικού κόσμου. Ο ίδιος θεωρεί το Marotta μέντορά του, καθώς εκείνος ήταν που τον «ανακάλυψε» και του μετέτρεψε σε αρχι-scouter της Sampdoria, ενόσω ο 58χρονος παράγοντας εκτελούσε αθλητικού διευθυντή στους Γενοβέζους. Η πρώτη κίνηση του Agnelli ως πρόεδρος ήταν η στρατολόγησή τους από την ομάδα της οικογένειας Garrone – τότε – με στόχο να δημιουργήσουν οι 3 τους από το μηδέν μια ομάδα-πρότυπο για την Ιταλία, κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση της Bayern Munchen. Μεταξύ όλων των άλλων, στον Paratici πιστώνεται η αναδιοργάνωση, από κοινού με τον Gianluca Pessotto, των τμημάτων υποδομής, όπως επίσης και οι αθρόες μετεγγραφές ποδοσφαιριστών, που αγωνίζονται στα μικρά κλιμάκια των ακαδημιών. Τη στιγμή, που μιλάμε, είναι, κατά γενική ομολογία, το πιο «καυτό» διοικητικό στέλεχος στη γείτονα χώρα και δεν είναι καθόλου τυχαία η διπλή προσπάθεια, που κατέβαλλε η Barbara Berlusconi να τον «πάρει» στο Milano το περασμένο καλοκαίρι, αλλά και πριν λίγες εβδομάδες. Στην πρώτη περίπτωση ο πρόεδρος Agnelli έθεσε βέτο, ενώ στη δεύτερη ο Fabio απέρριψε την προσέγγιση, που του έγινε.

Αναμόρφωση και στήριξη.
Κάνοντας ένα μικρό
flash back, στο περσινό καλοκαίρι, μπορούμε εύκολα να διαπιστώσουμε πώς δεν πραγματοποιήθηκε ουδεμία μετεγγραφική κίνηση στήριξης στο πρόσωπο του προπονητή, που εν πολλοίς βάδισε στην πεπατημένη οδό για το πρώτο κομμάτι της σεζόν. Τα πράγματα του χρόνου αναμένεται να είναι εντελώς διαφορετικά όμως. Είναι σχεδόν σίγουρο πώς θα αποκτηθεί ποδοσφαιριστής της προτίμησης του Allegri. Ονόματα είναι πολύ πρώιμο, αλλά και άδικο να παραθέσουμε στην παρούσα συγκυρία. Εκείνο, που μπορεί να γίνει με άνεση είναι η στάθμιση 2-3 παραγόντων, που θα καθορίσουν το σχεδιασμό για τη χρονιά, που ακολουθεί. Αρχικά, πρέπει να αποφασιστεί το σύστημα ή τα συστήματα, που θα προτιμήσει να δουλέψει ο προπονητής. Βάσει αυτού/ών θα αξιολογηθούν οι προδιαγραφές των παικτών και το κατά πόσο ταιριάζουν στη νόρμα, που έχει ο Allegri στο μυαλό του. Επιπλέον, σημαντικό ρόλο θα παίξει και η διατήρηση ή όχι των «μετατοπίσεων», που καθιέρωσε ο Conte την περασμένη τριετία για να καλύψει κενά και μετεγγραφικές αστοχίες. Ο Λιβορνέζος τεχνικός έχει δείξει στη μέχρι τώρα πορεία του στον πάγκο της «Fidanzata» πώς είναι περισσότερο ορθολογιστής από τον προκάτοχό του και προτιμά οι ποδοσφαιριστές του να αγωνίζονται στις φυσικές τους θέσεις με στόχο τη maximum απόδοσή τους. Μοναδική εξαίρεση η αποτυχημένη έμπνευσή του με την προώθηση του Vidal
σε ρόλο 10αριού. Συμπερασματικά, οι επιλογές του – τακτικής και σε πρόσωπα - είναι εκείνες, που θα καθορίσουν το σχεδιασμό. Και όπως είναι λογικό βάσει αυτών θα κριθεί πετυχημένος ή αποτυχημένος με την ολοκλήρωση της επόμενης σεζόν.


        



Η πολιτική και η διαδοχή.
Σε πρώτο πλάνο τα τελευταία 2 χρόνια, αλλά πολύ περισσότερο για το επόμενο καλοκαίρι είναι η πολυπόθητη σταδιακή ανανέωση. Βασικός μοχλός επίτευξης του στόχου της πτώσης του ηλικιακού μέσου όρου, όπως επίσης και μονόδρομος μοιάζει η απόκτηση νεαρών ποδοσφαιριστών. Οι υποψήφιοι πρέπει να προσεγγίζουν κατά το δυνατόν τον παρακάτω ιδεατό τύπο «Ιταλός, ταλαντούχος, πεινασμένος, νεαρός ή σε καλή ηλικία». Κίνηση σοφή, καθώς η Juve είναι η δεύτερη γηραιότερη ομάδα στη λίγκα πίσω μονάχα από την Atalanta. Παράλληλα, ο ιδεατός αυτός τύπος ενέχει και το αποτελεσματικότερο φάρμακο προς ίαση της «ασθένειας» του κορεσμού και της έλλειψης κινήτρου σε φαινομενικά εύκολα παιχνίδια στην σεζόν. Παρεκκλίσεις θα υπάρξουν σίγουρα. Γι’ αυτό άλλωστε το παραπάνω καλούπι καλείται «ιδεατός τύπος». Η αγαπημένη παράμετρος του Marotta «costo zero» είναι πρώτη επιλαχούσα σ’ αυτό το, κατά τα φαινόμενα, γκρέμισμα του αποστήματος ανάμεσα στο «πρέπει» και στο «μπορώ».

Στο καθαρά αγωνιστικό σκέλος της «Επανάστασης», φλέγον είναι το ζήτημα της ανανέωσης της αμυντικής γραμμής της
Juventus. Η έλλειψη τρεξιμάτων και ταχύτητας εκτυλίσσονται σε «αχίλλειο πτέρνα» τη φετινή χρονιά. Επίσης η απόκτηση ενός playmaker είτε στο στυλ του Pirlo είτε διαφορετικής κοπής είναι επιβεβλημένη. Στην πρώτη περίπτωση, ο εκλεκτός ακούει στο όνομα Daniele Rugani. Η εξέλιξή του δικαιώνει απόλυτα το deal της συνιδιοκτησίας με την Empoli πριν 2,5 χρόνια και το 1,5 εκατομμύριο, που εκταμιεύθηκες τότε, αλλά και την απόκτησή του εν συνόλω για ακόμη 3 εκατομμύρια, προλαμβάνοντας πιθανές απίθανες αξιώσεις της ομάδας του, λόγω των ανεβασμένων μετοχών του. Η Juve χτύπησε φλέβα χρυσού με τον Daniele και αν όλα πάνε καλά έχει τα φόντα να εξελιχθεί σε παίκτη παγκόσμιας κλάσης. Στο Torino, όπως είναι προφανές, τον περιμένουν με ανοικτές αγκάλες για την θερινή προετοιμασία. Στη δεύτερη περίπτωση, ο Marotta αποφάσισε να μην ενδώσει στο «σύνδρομο της Αλβιόνας», που παρουσίασε η Pescara, με – οδυνηρό - αποτέλεσμα να απολέσει για 10 εκατομμύρια ευρώ το Marco Verratti. Ποσό, που θα έδινε ευχαρίστως, αν είχε διαβλέψει σωστά την προοπτική εξέλιξης του παίκτη, αλλά και την ένδεια μετεγγραφικών επιλογών για τη συγκεκριμένη θέση. Η απώλεια αυτή έχει «πληγώσει» τόσο τους ιθύνοντες του συλλόγου, ώστε «συμπλεγματικά» δρώντας αποκτούν δημιουργικούς μέσους σωρηδόν στις μικρές ηλικίες, με την ελπίδα αφενός να βρουν έναν παίκτη, που θα αντικαταστήσει μακροπρόθεσμα το «Maestro» και αφετέρου να μην ξαναζήσουν μια «περίπτωση Verratti». Ο Marchisio είναι εξαιρετικός, όποτε του ζητήθηκε να υποκαταστήσει τον Pirlo εφέτος, αλλά δεν παύει να μην είναι καθαρός οργανωτής. Μπορεί να θεωρηθεί δεύτερη επιλογή σε παιχνίδια με θεωρητικά υποδεέστερους αντιπάλους ή πρώτος και, μάλιστα, καταλληλότερος για παιχνίδια, που η ομάδα αναζητά την κόντρα και τη γρήγορη πρώτη μπαλιά.

Τα
regalia των τμημάτων υποδομής και το beneficium Parmensis.
Αν οφείλουμε να αναγνωρίσουμε κάτι στον
Allegri, αυτή είναι η εμπιστοσύνη, που δείχνει στους νεαρούς ποδοσφαιριστές. Υπό τις οδηγίες του έχουν ντεμπουτάρει οι Mattiello , Vitale και Coman, ενώ στις αποστολές συχνά πυκνά βρίσκεται κι ο keeper Audero. Κύριος λόγος της ολοένα αυξανόμενης εισροής ποδοσφαιριστών στην πρώτη ομάδα από τις υποδομές είναι η ανεβασμένη ποιότητα των νεαρών, που στελεχώνουν τις ακαδημίες, αλλά και η επαγγελματική δουλειά, που γίνεται σε αυτές όπως και στο τμήμα scouting. Όλα τα παραπάνω έχουν θετικό αντίκτυπο στην κοινή γνώμη, συντελούν στο να φτιάξει η Juventus καλύτερο όνομα και να ατενίζει το μέλλον με περισσότερη αισιοδοξία. Κεκτημένα τα οποία στην παρούσα φάση είναι πολύτιμα σαν κληρονομιά. Απαραίτητη προϋπόθεση, εκτός του ταλέντου που υπάρχει δεδομένα, είναι το work ethic των νεαρών ποδοσφαιριστών, αλλά και η θέληση να ακολουθήσουν το success story του Claudio από τα τμήματα υποδομής στην καθιέρωση. Εκτός όλων των άλλων, υπάρχει και ο αστάθμητος παράγων «Parma». Μέσα στην κατάρρευση αυτής της ιστορικότατης ομάδας, πολλοί δεν έχουν αντιληφθεί πώς εξαιτίας της λύσης της εταιρίας, όσο από τους ποδοσφαιριστές της έχουν συμβόλαιο με την ομάδα μένουν ελεύθεροι. Η Juve καλοβλέπει 6 περιπτώσεις νεαρών, από τους οποίους ξεχωρίζουν εκείνες των Jose Mauri και Alberto Cerri. Μάλιστα φημολογείται πώς ο Paratici έχει ήδη έρθει σε συμφωνία με τον ατζέντη του δεύτερου και απομένουν μόνο το τυπικό σκέλος.

Η χρηματοδότηση και τα ερωτηματικά.
Το «καλοκαίρι της αλλαγής». Το «καλοκαίρι, που θα μπορέσουμε επιτέλους να ξοδέψουμε πολλά». Οι δύο κοινότερες κουβέντες στις συζητήσεις των οπαδών της
Juve σε φόρα ή σελίδες μέσων κοινωνικής δικτύωσης τα τελευταία 2 έτη. Επιθυμία με δόση αλήθειας. Είναι αλήθεια πώς από το καλοκαίρι τίθεται σε ισχύ η συμφωνία της La Madama με την Adidas, που θα της αποφέρει 180 εκατομμύρια για τα επόμενα 6 χρόνια, με παράλληλη αναπροσαρμογή της συμφωνίας με τη Jeep, ύψους πλέον 17 εκατομμυρίων ετησίως συν μπόνους επίτευξης στόχων. Δε μπορούν φυσικά να παραγνωριστούν τα αυξημένα έσοδα, λόγω της πολύ καλής ευρωπαϊκής παρουσίας, τα οποία μέχρι τη στιγμή που γράφεται το κείμενο, της αποφέρουν 73 εκατομμύρια ευρώ, χωρίς να υπολογίζονται τα χρήματα, που κέρδισε η ομάδα από τα εισιτήρια και τις παράπλευρες δραστηριότητες τις ημέρες των αγώνων. Τα οικονομικά βελτιώνονται αισθητά και με γεωμετρική πρόοδο, για πρώτη φορά αναμένεται να ξεπεράσουν το φράγμα των 300 εκατομμυρίων ευρώ, αλλά ακόμη δεν αποφέρουν σημαντικό πλεόνασμα στο ταμείο.

Τι μπορεί να σημαίνει η «Επανάσταση» με αριθμούς; Πρώτον, πιθανό εξορθολογισμό του μισθολογικού κόστους – στα 165 εκατομμύρια το
wage payroll για φέτος, καθώς πολλοί ποδοσφαιριστές αμείβονται με περισσότερα χρήματα απ’ όσα δικαιολογεί η απόδοσή τους στο τερέν. Δεύτερον, οι πιθανές αποχωρήσεις μπορεί να λειτουργήσουν ως πηγή άντλησης κεφαλαίων, ειδικά αν πρόκειται για κάποιο σημαντικό περιουσιακό στοιχείο της ομάδας, όπως για παράδειγμα ο Pogba. Είναι ο «τομέας των Παθών» για το διοικητικό ντουέτο, που ασχολείται με το αγωνιστικό, το οποίο για μια ακόμη φορά θα δοκιμαστεί όσον αφορά τις διαπραγματευτικές του ικανότητες, ιδιαίτερα στο κομμάτι των πωλήσεων. Τα δεδομένα αυτή τη φορά είναι εμφανώς διαφοροποιημένα σε σχέση με τα περασμένα χρόνια. Η Juventus βρίσκεται σε θέση ισχύος· η οικονομική κατάσταση της ομάδας είναι καλύτερη, η ποιότητα των ποδοσφαιριστών υψηλότερη και το στάτους της ομάδας είναι σε καλύτερο επίπεδο εν γένει. Με το γήπεδο να έχει εκπληρώσει το potential του αναφορικά με τη χρηματική αποδοτικότητά του, βασικό ερωτηματικό, που μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τα οικονομικά δεδομένα, σε πρώτη φάση, και την πιθανή ενίσχυση της ομάδας σε δεύτερη, είναι το κώλυμα που προέκυψε με τη χρηματοδότηση των έργων στην περιοχή της Continassa. Project ζωτικής σημασίας για την οικονομική αυτονόμηση της Juve από την εταιρία holding της, την Exor. Ο Agnelli βλέπει πολύ περισσότερα απ’ όσα ο μέσος οπαδός. Αφενός, θέλει να επαναφέρει την ομάδα στην κορυφή αγωνιστικά και αφετέρου να κόψει τον ομφάλιο λώρο της ομάδας από την οικογένειά του και να αυτονομήσει την ομάδα βάσει του οράματος των Gianni-Umberto και της Triade. Εικάζω, κι αυτό είναι πολύ σημαντικό καθώς δεν είμαι ακόμη σίγουρος, πώς ενδεχομένως η εξέλιξη αυτή θα αποτελέσει παροδικώς οικονομικό τροχοπέδη με αντίκτυπο στα μετεγγραφικά, για μια Vecchia Signora, που δεν είναι στο οικονομικό επίπεδο των υπόλοιπων ευρωπαϊκών μεγαθηρίων. Η «Πολιτεία της Juve» είναι προτεραιότητα, επομένως. Η ιδέα του διοικητικού ηγέτη των bianconeri είναι ίδια στη βάση της με το «Βιομηχανικό Σχέδιο» της Triade, αλλά η οδός και τα μέσα εκπλήρωσης διαφέρουν.

Καταλήγοντας, συμπεραίνουμε πώς τα «μέτωπα» στη
Juventus είναι πολλά και ανοικτά, κυρίως στο αγωνιστικό κομμάτι. Η ομάδα, στην παρούσα της μορφή, έχει πληρώσει τις προσδοκίες των οπαδών της κι είναι καιρός να προχωρήσει το σχέδιό της στην επόμενή του φάση. Για πρώτη φορά φανερώνεται η πρόθεση για κάτι τόσο ριζικό με τον ενθουσιασμό και τη σκεπτικότητα να βρίσκονται σε ντελιριακή φάση. Μετά από καιρό ο καλοκαιρινός σχεδιασμός είναι ιδιαιτέρως ενδιαφέρων και το καλοκαίρι αναμένεται θερμό. Ίσως υπάρχουν, επιτέλους, όλες οι προϋποθέσεις, που θα πυροδοτήσουν την «Ανανεωτική Επανάσταση», που θα σώσει τη Juventus από τον κορεσμό των δομών της. 


Forza!

Από τον Α. για τους Γ. και Ε.



*Μια Επανάσταση θα μας σώσει. 

13/1/15

Είδωλα θολά.



Φύση μελαγχολική. Δεν είναι σίγουρο αν εκ γενετής έτεινε στο γκρι, αλλά η ροπή προς αυτό αποκρυσταλλώθηκε στα εφηβικά χρόνια. Κι η μελαγχολία συχνά τον οδηγεί στην αναζήτηση του χαμόγελου στο παρελθόν. Το παρόν, που μοιάζει τόσο πομπώδες και ένδοξο. Αδύνατο να μην εκστασιαστεί. Να μην το αγαπήσει. Να μην εκφράσει την επιθυμία να ζήσει μια χούφτα λεπτά σ' εκείνο το εξιδανικευμένο, για εκείνον, περιβάλλον. Αχ. Μακάρι να υπήρχε ένας τρόπος να γυρίσει το χρόνο πίσω και να ζήσει πράγματα, που δεν κατάφερε να ζήσει ποτέ.


Επιστροφή στο '90. Τότε, που καλά καλά δεν είχε ξεκινήσει την ερωτική επαφή του με το ποδόσφαιρο. Τότε, που παραπονιόταν, συνεπικουρούμενος από τη μάνα του, να σταματήσει να βλέπει αυτά τα ανιαρά παιδιά, που κλωτσούσαν τη μπάλα σ' αυτό υπερβολικά μεγάλο ορθογώνιο χώρο. Άκουγε ιστορίες από τότε, που θυμάται τον εαυτό του για παίκτες-θρύλους, για ποδοσφαιρικά έπη, που αγγίζαν' τη σφαίρα του μύθου. Αφηγήσεις, που ανύψωναν τους πάντες στη σφαίρα του ονειρικού, του ανέγγιχτου. Που μετέτρεπαν κοινούς θνητούς σε Ελ Σίντ για τους αντιπάλους τους. Ακόμη και τώρα, θυμάται τις διηγήσεις αυτολεξεί. Μάλλον επειδή στα χρόνια, που ακολούθησαν συνέχισε να τις ακούει, ώστε να του γίνουν βίωμα. Το ερέθισμα έλειπε. Όπως και το θέλγητρο. Η ταύτιση για ένα παιδάκι ήταν απαραίτητη. Ούτε τέτοια διέθετε. Ο χρόνος σε τέτοιες περιπτώσεις λειτουργεί υπέρ. Υπέρ των πάντων.

Κι αν οι αφηγήσεις ήταν ζωντανές, εκείνο που ήταν ακόμη πιο ζωηρό απ' αυτές ήταν ένας ποδοσφαιριστής γύρω στο 1,80, μακρυμάλλη τον έλεγες, τότε. Αν υπάρχει έρωτας με την πρώτη ματιά, τότε τέτοιος ήταν. Κι αν η ταύτιση γεννάται τόσο ξαφνικά και αναπάντεχα τότε τέτοια ήταν. Αν η πρώτη αγάπη είναι αυτή που μας ορίζει για το υπόλοιπο της ζωής μας, τότε ναι, για εκείνον ήταν. Και συνεχίζει μέχρι σήμερα να ορίζει, να προσανατολίζει το ποδοσφαιρικό του γούστο. Για εκείνον, που ποτέ του δεν έβαλε σε κάποιον την ταμπέλα του “προτύπου” και σε κανέναν, αυτός έτεινε να εξελιχθεί σε τέτοιο, μετά τον πατέρα του φυσικά. Πρότυπο ήθους, πρότυπο ποδοσφαιριστή. Όπως κάθε παιδάκι, είχε κι εκείνος τον ήρωά του. Έναν ήρωα, που προσπαθούσε να μιμηθεί και να κοπιάρει όσο τίποτα άλλο. Στις τρίπλες, στην τεχνική, στα γκολ, στους πανηγυρισμούς.

Μετά ήρθε ο καινούριος. Ο ξανθός. Αυτός ήταν πιο συνειδητή επιλογή. Ο πρώτος υποχώρησε στο ασυνείδητο. Άλλος είχε την πρωτοκαθεδρία. Άλλος μονοπωλούσε το ενδιαφέρον. Άλλον προσπαθούσε να μιμηθεί. Ίσως και με περισσότερη επιτυχία. Η ιστορία προχώρησε. Ο χρόνος έκανε και πάλι το θαύμα του. Στο κουρμπέτι 10 χρόνια και κάτι ψηλά, άρχισε πάλι η μεταστροφή. Το “πισωγύρισμα”. Ίσως ήταν η ανάγκη για επαναπατρισμό, που λειτούργησε καταλυτικά. Σε μια φάση, που το συναίσθημα ξαναφούντωνε, η επιστροφή στις καταβολές του έμοιαζε λυτρωτική. Ήταν όντως λύτρωση. Η καθεστηκυία κατάσταση επανήλθε. Ο πρώτος ήταν ξανά πρώτος. Ο ξανθός αρκέστηκε στη δεύτερη θέση. Τρίτος ήταν ένας ψηλέας, που κάλυπτε το τέρμα με μαγεία. Σαν να 'χε δώσει όρκο σε μια ανώτερη δύναμη ότι “Δε θα περάσει”. Σαν να έπινε από το μαγικό των Γαλατών κι έπαιρνε μπρος. Άνθρωπος πείσμων και αποφασιστικός. Αρνιόταν και ακόμη αρνιέται.


                                             



Στην αρχή της ωρίμανσης άρχισε να βλέπει κάποια πράγματα πιο καθαρά. Και τους 3 τους αγαπούσαν. Τον πρώτο όμως πιο πολύ απ' όλους. Δεν ήταν ένα απλό νούμερο. Ήταν κάτι πολύ πιο υψηλό, κάτι το πιο πολύπλοκο. Ιδανικό; Ποδοσφαιρικός Μεσσίας; Θεός; Οι διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα σ' αυτά τα 3 είναι ιδιαίτερα λεπτές. Η ουσία της υπόθεσης παραμένει η ίδια όμως. Η αγάπη τους έφτανε τα όρια της τρέλας. Της παράνοιας. Ήταν κάτι περισσότερο από τοπικός ήρωας. Τον αγαπούσαν όλοι. Ακόμη κι οι εχθροί του. Εκείνος ο επιβλητικός αριστεροπόδαρος, που το μαλλί του δεν χάλαγε ποτέ, τον έπαιρνε αγκαλιά συχνά πυκνά. Κι ας τα συμφέροντα τους συγκρούονταν. Ίσως τον ένιωθε μικρό του αδερφό. Ποιος ξέρει; Κι η αγάπη ξεπέρασε τα στενά όρια της χώρας. Ισπανία, Αγγλία, σηκώθηκαν στο πόδι να χειροκροτήσουν. Τότε που εκείνος κι οι άλλοι δύο από τους σωματοφύλακες έμειναν να δίνουν κουράγιο, δύναμη, πίστη.

Το πάθος είχε φουντώσει για τα καλά. Οι διηγήσεις συνεχίζονταν. Μόνο, που αυτή τη φορά ταξίδευε ολοένα πιο πίσω. Στο Βέλγιο του '85. Στην Ισπανία του '82. Στο μεταπολεμικό Τορίνο. Στην Αόστα. Επιβάτες αυτή τη φορά ο πατήρ και ο πρεσβύτερός του. Η φλόγα κοινή. Τα πρόσωπα ακόμη περισσότερα. Ιστορίες που έβριθαν από ζωή. Από Τιτάνες, που κάθε φορά επιδίδονταν σε μια τελετουργική αναπαράσταση της προηγούμενης μάχης τους. Με έκβαση διαφορετική. Όσα κι αν άκουγε, όσα κι αν ρουφούσε σαν σφουγγάρι, εκείνος ήταν εκεί. Καθηλωμένος στην πρώτη θέση. Η δοκιμασία μέσα στην ψυχή του ήταν πετυχημένη. Αφού δεν υποχώρησε στην ακμή της υπερπληροφόρησης του φορέα του, η λήθη θα τον εδραίωνε ακόμη πιο πολύ. Θα τον έχτιζε μέσα του.

Το πρώτο σοκ ήρθε το 2009. Ο ξανθός, παλιοσειρά πλέον, αποφάσισε να υποσταλεί. Εκούσια. Με χαμόγελο και δάκρυ. Έτσι δεν είναι οι αποχωρισμοί; Ένας φόβος μεγάλωνε μέσα του. Ανάσαινε πάνω στο λαιμό του. Ο χρόνος αυτή τη φορά λειτουργούσε εναντίον του. Εναντίον του πρώτου. Κι όλα έγιναν απρόσμενα. Δολοφονία, είπαν. Πιο πολύ έμοιαζε με αυτο-πυροβολισμό.

Κι έπειτα κενό. Σιωπή. Και ξανασυναντούσε το μαύρο. Θόλωνε. Αδυνατούσε να το χωνέψει και να το αναλογιστεί. Το μαύρο τον αγκάλιαζε ξανά. Κι υποκατάστατο δεν υπήρχε. Η αφήγηση, έφτασε στο παρόν και ξαναπήρε τον ίδιο δρόμο. Προς τα πίσω. Γιατί το σήμερα είναι θολό. Κι η ομίχλη πιο πυκνή απ' ότι ήταν κάποτε. Κι ο δρόμος δεν είναι δρόμος. Είναι λεωφόρος. Που οδηγεί στο μέρος, που μοιάζει με πατρίδα. Στην παιδική του ηλικία. Στα παιδικά του όνειρα.

Από τον Α. για τον Α.

Φόρτσα!