25/10/14

Εξερευνώντας τη «Μέση Γη».



Στο μυθιστόρημα του J.R.R. Tolkien, «Ο Άρχοντας των Δαχτυλιδιών», ως Μέση Γη ορίζεται ο τόπος, όπου το μαγικό συναντά το πραγματικό. Για τους μύστες του ποδοσφαίρου το μέσο της γρασιδένιας γης είναι ο χώρος, από τον οποίο πολλοί μάγοι του αθλήματος εφορμούσαν και εφορμούν ακόμη. Η μεσαία γραμμή, η Μέση Γη των ποδοσφαιρόφιλων, είναι το λίκνο της ποδοσφαιρικής μαγείας και ευφυΐας. Η κυριαρχούσα αντίληψη θέλει την ισχυρή ομάδα αφενός να χτίζεται από πίσω προς τα εμπρός και αφετέρου να καταφέρει να δομήσει ένα αξιόμαχο, δυναμικό και συμπαγές κέντρο. Άποψη με απόλυτα αληθή βάση.

Η σημασία.
Διαχρονικά, η ύπαρξη δυνατής μεσαίας γραμμής θεωρείτο το εφαλτήριο για την κατάκτηση τίτλων. Ο χαρακτήρας του κέντρου εξουσίας, κατά πολλούς, της ποδοσφαιρικής ομάδας είναι πολυσήμαντος και πολυδιάστατος. Στο αμυντικό σκέλος είναι ο τοίχος, πάνω στον οποίο προσκρούει το πρώτο κύμα επίθεσης των αντιπάλων. Στο επιθετικό κομμάτι, από το κέντρο ο στρατηγός της ομάδας και το επιτελείo του μοιράζουν κατευθύνσεις στο υπόλοιπο δυναμικό της ομάδας με στόχο την επίτευξη τέρματος.

Σταδιακά και προϊόντος του χρόνου, τα συστήματα με τριπύρηνο κέντρο κερδίζουν έδαφος έναντι εκείνων με δύο χαφ είτε στην ευθεία (κλασικό 4-4-2) είτε το ένα πίσω από το άλλο (4-4-2 με κλειστό ή ανοιχτό ρόμβο). Η κυριαρχία της Barcelona, για μια πενταετία, πλάι στις πολλές, μεγάλες, ριζικές και πολυεπίπεδες αλλαγές που επέφερε, ανασημασιοδότησε το χαρακτήρα της μεσαίας γραμμής, επαναδιαπραγματεύτηκε τους ρόλους και τα χαρακτηριστικά των ποδοσφαιριστών, ανοίγοντας μια νέα οδό προς την πολυπλοκότητα. Όλα αυτά βασίστηκαν στην αντίληψη του Guardiola για το ποδόσφαιρο κατοχής, το οποίο επί θητείας του ήταν το βασικό μέσο άμυνας και εξουθένωσης του αντιπάλου.

Η εφαρμογή των τύπων στη Juventus.
Ο Conte, ως παλιός μέσος, όταν ανέλαβε το 2011 τα ηνία της ομάδας αντιλήφθηκε πώς το μέχρι πρότινος προσφιλές του 4-2-4 δεν ήταν το ιδανικό σύστημα για μια ομάδα, η οποία ήθελε να επιστρέψει στον πρωταθλητισμό και να επανακτήσει το dna του νικητή. Έτσι, στράφηκε σε σύστημα με τρεις μέσους – αρχικά στο 4-3-3 κι έπειτα στο 3-5-2. Η συλλογή των απαραίτητων κομματιών έγινε αργά και σταδιακά, ενώ τέτοια προστίθενται στο παζλ ακόμη και σήμερα. Εκείνο το καλοκαίρι, εν αρχή ην ο Marchisio. Ένας χαφ, που σπάνια αγωνιζόταν στη φυσική του θέση. Παράλληλα, αποκτήθηκαν ο Pirlo ως ελεύθερος από τη Milan και ο Vidal έναντι μόλις 12,5 εκατομμυρίων από τη Bayer Leverkusen, καθώς το συμβόλαιό του έληγε. Το επόμενο καλοκαίρι ένας ταλαντούχος νεαρός Γάλλος μέσος ονόματι Paul Pogba πέρασε το κατώφλι του Vinovo, χωρίς πολλές τυμπανοκρουσίες, ως ελεύθερος επίσης, ενώ την περασμένη μετεγγραφική περίοδο ο Roberto Pereyra έκανε τη συνήθη διαδρομή Udine-Torino, με τη μορφή δανεισμού το κόστος του οποίου ανήλθε στο 1 εκατομμύριο ευρώ. Η συνολική δαπάνη για τη δημιουργία αυτού του ποιοτικού και αξιόμαχου κέντρου ανήλθε σε 13,5 εκατομμύρια ευρώ σε περίοδο τεσσάρων ετών. Διόλου άσχημα.

Ο μαέστρος.
Μαζί με το μεγάλο capitano, Alex Del Piero, ο Andrea Pirlo είναι ό,τι πιο δαντελένιο και φινετσάτο πέρασε από τη Juventus τα τελευταία χρόνια. Χαρακτηρίζεται ως η μετεγγραφή, που άλλαξε τη σύγχρονη ιστορία του Campionato. Όχι άδικα. Μετά από μία κακή σεζόν στη Milan το 2010-11, αναδείχθηκε σε δημιουργικό αναμορφωτή και ηγέτη στο κέντρο για τη La Madama. Κυρίως όμως έφερε τον αέρα του πρωταθλητή και μπόλιασε τους συμπαίκτες του με τη νοοτροπία του νικητή, που διέπει όλη την καριέρα του. Μαζί με τον Conte κατόρθωσαν να αλλάξουν ριζικά την περιρρέουσα ατμόσφαιρα στο Torino. Το πρώτο πρωτάθλημα, στο οποίο ήταν ο απόλυτος καταλύτης και ήρθε με δική του σφραγίδα,  αποτέλεσε το turning point για μια ομάδα βυθισμένη στην παρακμή, τη μιζέρια και την εσωστρέφεια. Η επιρροή του, βάσει των προπονητικών οδηγιών, στο παιχνίδι της Juventus είναι τεράστια, γεγονός, που τον τρέπει σε ακρογωνιαίο λίθο της ομάδας ακόμη και στα 35 του χρόνια. Δημιουργεί, σκοράρει, κρίνει αγώνες με μια κάθετη πάσα, με ένα χτύπημα φάουλ. Όταν εκείνος απουσιάζει ή είναι εκτός φόρμας, παρουσιάζεται μια ιδιότυπη δημιουργική στειρότητα. Πλέον, ευρισκόμενος στη δύση της μεγάλης και λαμπρής καριέρας του καλείται να πάρει μια σημαντική απόφαση, καθώς τα σημάδια του χρόνου επάνω του είναι πλέον εμφανή. Είτε θα αποδεχτεί την πραγματικότητα, κάνοντας ένα βήμα πίσω, αποχωρώντας από την Εθνική Ιταλίας και παίζοντας λιγότερα παιχνίδια μέσα στη χρονιά, με σκοπό να επιμηκύνει την ποδοσφαιρική ζωή του, είτε θα δώσει ένα τέλος, το οποίο δεν θα του αρμόζει, μουτζουρώνοντας έστω και ελάχιστα την κρυστάλλινη εικόνα της μεγαλειώδους διαδρομής του.

Το μηχανάκι.
Αν και δεν είχε την εξέλιξη, που όλοι θέλαμε και περιμέναμε, ο Claudio Marchisio αποτελεί σημαντικό κεφάλαιο για την ομάδα μας. Η διαδρομή του ταραχώδης. Δυστυχώς για τον ίδιο, βγήκε στον αφρό σε μια περίοδο δύσκολη για τους Τορινέζους, γεγονός που επηρέασε σε βαθμό απόλυτο την φυσιογνωμία του στο τερέν. Αγωνίστηκε σε πληθώρα θέσεων και χρησιμοποιήθηκε σε πολλούς και διαφορετικούς ρόλους. Έτσι, θυμίζει ποδοσφαιρικό υβρίδιο, καθώς διαθέτει χαρακτηριστικά οργανωτή, αμυντικού μέσου, αλλά και box to box παίκτη, όλα σε ικανοποιητικό βαθμό, όχι όμως και στο μέγιστο. Επιπλέον, η έλλειψη ενός ποδοσφαιριστή-μέντορα για τον ίδιο έπαιξε εξέχοντα ρόλο στο μη καθορισμό προτεραιοτήτων στο παιχνίδι του. Χαρακτηριστική είναι η αδυναμία κατάταξής του σε μια ποδοσφαιρική νόρμα, ακόμη και σήμερα.

Η αστάθεια, οι πολλές μεταπτώσεις στην απόδοσή του, αλλά και οι ατυχείς τραυματισμοί, που τον ταλαιπώρησαν κατά καιρούς, δεν επέτρεψαν στον Claudio να παγιωθεί στη συνείδηση του απλού ποδοσφαιρικού κόσμου ως ένας ποιοτικός κεντρικός μέσος. Συν τοις άλλοις, διόγκωσαν το έλλειμμα αυτοπεποίθησης και αποφασιστικότητας, που τον διακρίνει. Ο φετινός ρόλος, που του επιφύλασσε ο προπονητής για να καλύψει το κενό του Pirlo, εν τη απουσία του τελευταίου, έμοιαζε ταιριαστός για τον ίδιο. Αν και υστερεί σε τεχνική κατάρτιση και δημιουργικότητα συγκρινόμενος με τον ιθύνοντα νου της ομάδας, κάλυψε τις όποιες αδυναμίες του στο ρόλο του regista με το αδιάκοπο τρέξιμό του, το πάθος, την εργατικότητα και τις πολύ καλές και γρήγορες πρώτες μεταβιβάσεις. Δε θα ήταν υπερβολικό να υποστηρίξουμε μάλιστα ότι η απόδοση του Marchisio στο συγκεκριμένο ρόλο και χώρο ήταν μια από τις αιτίες, που η Juve διατήρησε την εστία της ανέπαφη στις πρώτες αγωνιστικές του πρωταθλήματος.


      



Ο «τα κάνω όλα και συμφέρω».
Τρέχει, μαρκάρει, δημιουργεί, σκοράρει. Η αδυναμία απόκτησης του Inler από την Udinese είναι, ίσως, η πιο ευτυχής συγκυρία για την ομάδα του Torino. Οι υπερβολικές αξιώσεις της ομάδας του Udine, αλλά και το ενδιαφέρον της Napoli, που θα τροφοδοτούσε μια διαδικασία πλειστηριασμού, έκαναν τους Marotta και Paratici να στραφούν στο Arturo Vidal. Με το καλημέρα έγινε αναπόσπαστο κομμάτι της εύρυθμης λειτουργίας του κέντρου, ενώ ο ρόλος του αποδεικνύεται απόλυτα λειτουργικός και καίριος, καθώς είναι επί της ουσίας ο πραιτοριανός του Pirlo, του οποίου τα ελλιπή τρεξίματα καλύπτει στη διάρκεια των αγώνων. Στην τριετία του Conte, εξέλιξε σημαντικά το παιχνίδι του, προσθέτοντας στοιχεία δημιουργικά και επιτελικά «δίπλα» στα καθαρά ανασταλτικά, που διέθετε ήδη. Τη στιγμή, που μιλάμε είναι ο πιο πολυδιάστατος μέσος στον πλανήτη κι ο μόνος, που θα μπορούσε να φέρει τον εντελώς αδόκιμο τίτλο του Box to box anchor man. Η φετινή χρονιά του μέχρι τώρα είναι ανάξια αναφοράς, καθώς ο περσινός τραυματισμός του στο γόνατο, το χειρουργείο που ακολούθησε, η, σε χρόνο εξπρές, αποθεραπεία του και η απουσία του κατά την περίοδο της προετοιμασίας δεν του έχουν επιτρέψει να πιάσει τα συνηθισμένα υψηλά του standard. Παρά ταύτα, μαζί με τον Pogba είναι τα δύο λαμπρότερα κοσμήματα του στέμματος της Vecchia Signora και οι μόνοι, που μπορούν να χαρακτηριστούν unsellable.

Η χρυσή αποκάλυψη.
Ο έτερος των Διόσκουρων. Όταν το 2012 έφτανε ελεύθερος στο Torino, κανείς δε μπορούσε να φανταστεί την εξέλιξη, που θα είχε ο 19χρονος, τότε, Γάλλος. Ο ψηλόλιγνος έφηβος, με το νεύρο, τον τσαμπουκά και τη δίψα του για επιτυχία και καταξίωση κατάφερε μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα να τραπεί από ελπιδοφόρος σε απαραίτητος για τη μηχανή της Juve. Η εξαιρετική τεχνική κατάρτισή του, τα δυνατά του πόδια, ο μεγάλος διασκελισμός του και τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά του, προσιδιάζουν σε οργανωτή, που πατά συχνά στην αντίπαλη περιοχή κι έχει την ικανότητα να απειλεί από μέση και μακρινή απόσταση. Στα προτερήματά του η θέλησή του να μαθαίνει από τους εμπειρότερους συμπαίκτες του και να ενσωματώνει στο αγωνιστικό του στυλ κάποια από τα στοιχεία, που τους κάνουν να ξεχωρίζουν. Καλύτερος παίκτης του Mundial Νέων το 2013, το οποίο κατέκτησε με τη χώρα του, Golden Boy της ίδιας χρονιάς, ενώ βραβεύτηκε και ως καλύτερος νέος παίκτης του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Βραζιλίας. Τείνει να εξελιχθεί σε ηγέτη της μεσαίας γραμμής της Γαλλίας, η οποία δε στερείται ποιότητας. Βέβαια, δεν πρέπει να παραβλέπουμε το γεγονός πώς είναι ακόμη παίκτης υπό διαμόρφωση. Τα περιθώρια εξέλιξής του είναι πολύ μεγάλα, λόγω ταλέντου και ηλικίας, χρειάζεται όμως περισσότερη ωριμότητα ώστε να γίνει πιο ουσιαστικός και λιγότερο φλύαρος στο παιχνίδι του. Αυτή όμως θα έρθει με τον καιρό. Πρόθεση της διοίκησης μετά την προχθεσινή ανανέωση του συμβολαίου του, με ηγεμονικούς όρους, είναι να τον ανάγει σε ηγέτη στη μεσαία γραμμή τα επόμενα χρόνια. Δείγμα εμπιστοσύνης προς το πρόσωπό του, την οποία μένει να δούμε αν ο Pogba θα ανταποδώσει.

Ο ψαρωμένος.
Δεν είναι ο νεαρότερος, αλλά ο νεότερος στη συγκεκριμένη παρέα. Ο λόγος για το Roberto Pereyra, που αποκτήθηκε ως δανεικός το καλοκαίρι από τους Friulani. Το δείγμα του είναι μικρό, δε μπορεί να χαρακτηριστεί αντιπροσωπευτικό, αλλά είναι πέρα για πέρα ενθαρρυντικό. Το παιχνίδι του χαρακτηρίζουν το αδιάκοπο τρέξιμο, τα καλά τεχνικά χαρακτηριστικά, αλλά και κακά τελειώματα των φάσεων. Πρέπει να του δοθεί χρόνος τακτικής προσαρμογής στο νέο του ρόλο. Είναι φιλότιμος και η πολλή και σκληρή δουλειά, που απαιτείται για να καταφέρει να σταθεί σε ομάδα επιπέδου Juventus, πιστεύω, προσωπικά, πώς θα έρθει εις πέρας. Μοναδικό αρνητικό της υπόθεσης είναι το ύψος της option αγοράς του – 15 εκατομμύρια ευρώ, το οποίο για τα περιορισμένα οικονομικά της Juventus του Agnelli είναι απαγορευτικό.

Τα τρωτά…
Μελανό σημείο από το 2011 κι έπειτα είναι η υπερεξάρτηση, που παρουσιάζει η Juventus από συγκεκριμένους ποδοσφαιριστές. Αυτοί δεν είναι άλλοι από τους Pirlo δημιουργικά και Vidal ανασταλτικά και σε επίπεδο δυναμισμού. Η έξη αυτή τείνει να γίνει περισσότερο επιζήμια παρά ωφέλιμη. Επιπλέον, το roster παρουσιάζει μια έλλειμμα επιθετικού και δημιουργικού ταλέντου, που ισχυρισμός που παίρνει σάρκα και οστά κάθε φορά που λείπει, κυριολεκτικά και μεταφορικά, ο μέσος από τη Brescia. Η απουσία ενός επιβλητικού ηγέτη στο χώρο του κέντρου είναι εμφανής. Ο Pirlo ποτέ του δεν ήταν 100% ηγέτης, ο Χιλιανός τώρα μπαίνει στο ρόλο, ενώ οι έτεροι τρεις του κέντρου επ’ ουδενί δε μπορούν να θεωρηθούν τέτοιοι, ο καθείς για τους λόγους του. Τέλος, σημαντικό αγκάθι μοιάζει να είναι η μερική ανεπάρκεια σε βάθος πάγκου, παράγοντας, που επηρεάζει την απόδοση της ομάδας στις τρεις διαφορετικές διοργανώσεις, στις οποίες συμμετέχει.

…και οι αστοχίες.
Παρατηρείται ασάφεια όσον αφορά τους διακριτούς ρόλους και τα οριοθετημένα καθήκοντα των μέσων. Το κέντρο μοιάζει χτισμένο με πλίνθους ατάκτως ερριμμένους, με την τριάδα να συμμετέχει και στις δύο φάσεις του παιχνιδιού ανεξαρτήτως οδηγιών. Ο ορισμός της σύγχυσης. Οι παίκτες, που το αποτελούν  έχουν διαφορετικά χαρακτηριστικά. Τοιουτοτρόπως δημιουργείται ένα εντελώς ετερόκλητο group. Δίκοπο μαχαίρι. Από τη μία, η πληθώρα διαφορετικών ποιοτικά λύσεων επιτρέπει την υιοθέτηση διαφορετικής προσέγγισης ανάλογα με τη φύση και την εξέλιξη ενός αγώνα. Από την άλλη, εμφανίζεται μια αδυναμία αποκρυστάλλωσης ενός συγκεκριμένου αγωνιστικού στυλ, το οποίο θα χρησιμεύσει ως εξελικτική βάση για τη Juventus. Η βασική όμως αστοχία έγκειται στο στον προσανατολισμό του μετεγγραφικού σχεδιασμού, ο οποίος ακολουθεί παρελθούσες πεπατημένες. Η εμμονική αναζήτηση ενός πανομοιότυπου αντικαταστάτη του Pirlo θα οδηγήσει σε αδιέξοδο, κατά την ταπεινή μου γνώμη. Ο Ιταλός είναι σπάνια πάστα ποδοσφαιριστή και αγωνίζεται σ’ έναν ιδιαίτερο ρόλο. Είναι επιτέλους ώρα για την υιοθέτηση ενός πιο γρήγορου και σύγχρονου αγωνιστικού στυλ, γεγονός που απαιτεί την απόκτηση ενός οργανωτή με διαφορετικά χαρακτηριστικά και αρετές, αλλά και κόψιμο του ομφάλιου λώρου που συνδέει την ομάδα και τον Pirlo. Οι μετεγγραφικές ολιγωρίες δεν είναι λίγες επίσης. Από την περίπτωση του Verratti, που κρίθηκε ακριβός πριν 2 χρόνια, σ’ εκείνη του Nainggolan, που προτιμήθηκε να μην προχωρήσει, αλλά και σε αυτές των Baselli και Rabiot, που μάλλον χάνονται. Ιστορίες διαφορετικές, που έχουν κοινό παρονομαστή· εάν οι συγκεκριμένοι παίκτες ή ορισμένοι εξ’ αυτών είχαν αποκτηθεί, ίσως μιλάγαμε για το πιο δυνατό και μεστό κέντρο πανευρωπαϊκά.

Δογματική επιβολή και μπαλαντέρ.
Η ποιότητα των κεντρικών μέσων μετέτρεψε τη μεσαία γραμμή σε καρδιά της Juventus, μετατοπίζοντας το κέντρο βάρους από τα μετόπισθεν, απ’ όπου παραδοσιακά πήγαζε η δύναμή της. Βασικός άξονας και πυλώνας πλέον είναι η τριάδα του κέντρου, η οποία αποκλείει τη χρήση διαφορετικής φύσεως συστημάτων, ανεξαρτήτως προπονητή. Η απόκτηση 2 ισάξιων παικτών για κάθε θέση και ρόλο είναι επιβεβλημένη για καλύτερο και αποδοτικότερο rotation, που θα προσδώσει περισσότερη φρεσκάδα, τρεξίματα και το στοιχείο του απρόβλεπτου, που τόσο έχει λείψει τα τελευταία χρόνια. Ο αστάθμητος παράγοντας της υπόθεσης είναι Γκανέζος. Σε περίπτωση απόκτησης ενός ακόμη κανονικού αριστερού οπισθοφύλακα ο Asamoah θα περάσει ξανά στη θέση, στην οποία τον μάθαμε, προσθέτοντας τα πληθωρικά φυσικά του προσόντα στην υπηρεσία των υπολοίπων χαφ.

Κλείνοντας ένα ακόμη κείμενο, ελπίζω να παρουσίασα με τον καλύτερο τρόπο την ποιότητα, τις αρετές αλλά και τις ελλείψεις, που χαρακτηρίζουν τη μεσαία γραμμή της Juventus. Σκόπιμα παρέλειψα την αναφορά των Marrone και Padoin, καθώς ο πρώτος ενώ διαθέτει εξαιρετικά φυσικά προσόντα και τεχνικές προδιαγραφές, έμεινε στάσιμος και δε έχει δείξει το παραμικρό και ο δεύτερος είναι ο παίκτης, που όλοι μας αγαπάμε να μισούμε. Η διοίκηση κινείται με γνώμονα το καλό του συλλόγου, έχοντας ήδη αποκτήσει το δυναμικό νεαρό μέσο Sturaro, ο οποίος έμεινε δανεικός στη Genoa για τη φετινή σεζόν με στόχο να πάρει παιχνίδια. Μένει να δούμε τι μας επιφυλάσσει το μέλλον και αν θα ανταποκριθούν οι κινήσεις της διοίκησης στις αυξημένες απαιτήσεις των οπαδών. Μόνος κριτής ο χρόνοςι.

*Σ’ αυτό το σημείο θέλω να ευχαριστήσω όλους όσοι με στηρίζουν από την πρώτη μέρα, που άνοιξε αυτό το blog πειραματικά, σαν σήμερα πριν ένα χρόνο. Ελπίζω να ‘χω φανεί αντάξιος των προσδοκιών σας μέχρι τώρα και να είδαμε μαζί πώς το ποδόσφαιρο είναι πολύ πιο όμορφο, όταν το παρακολουθούμε μέσα από ένα πιο αντικειμενικό πρίσμα. Ένα μεγάλο ευχαριστώ, μέσα από την καρδιά μου, για τα παιδιά, που ενώ δεν ασχολούνται ούτε με τη Juventus, ούτε με το Campionato, ακολουθούν, εκτιμούν και αναμένουν με «αγωνία» update στο blog. Αν δεν υπήρχατε εσείς, πιστέψτε με, η προσπάθεια θα είχε εγκαταλειφθεί στα μισά. Grazie!


Φόρτσα!

17/10/14

Όταν ο Pogba δείχνει το δρόμο…



… κι αρνείσαι να τον αντιμετωπίσεις ως τη μοναδική ενδεδειγμένη λύση, τότε υπάρχει πρόβλημα αντίληψης. Ο 21χρονος Γάλλος, μαζί με το Vidal, είναι ό,τι καλύτερο έχει συμβεί μετεγγραφικά στη La Madama, από το 2006 και μετά. Η περίπτωσή του ενσαρκώνει στο έπακρο τις επιταγές του ποδοσφαίρου του 21ου αιώνα. Νεαρός, πολύ ταλέντο, τεράστια περιθώρια εξέλιξης, φιλοδοξία, αλλά και νεανική τρέλα και παρόρμηση. Μείγμα εκρηκτικό, που σε περίπτωση σωστής στεγανοποίησης σ’ ένα παίκτη μυαλωμένο, μπορεί να αποφέρει τον επόμενο σταρ του αθλήματος. Η λογική έλεγε ότι η αλματώδης εξέλιξη του νεαρού μέσου θα έστρεφε τα βλέμματα της Juventus στην επανάληψη της ίδιας νόρμας, που ακολουθήθηκε με τον Pogba. Παρά ταύτα, διοικούντες και προπονητικό επιτελείο έμειναν να ατενίζουν την ωρίμανση του Γάλλου παικταρά, χωρίς να μπορούν να αντιληφθούν πώς η περίπτωσή του άνοιξε στην ομάδα του Τορίνο μια νέα πόρτα, που έως τότε έμενε σφραγισμένη ερμητικά. Οι bianconeri τράπηκαν μέσα σε διάστημα ενός έτους από μεγάλο ευρωπαϊκό club, που ανακάμπτει σε μεγάλο ευρωπαϊκό club, που δίνει ευκαιρίες σε ταλαντούχους παίκτες, ώστε εκείνοι να αναδειχθούν. Μεγάλη υπόθεση, δεδομένου ότι οι νεαροί είναι, πλέον, πιο επιλεκτικοί με τις ομάδες, που τους παρακολουθούν, αποζητώντας την καλύτερη δυνατή επιλογή για την εξέλιξή τους.

Το κεκτημένο πλεονέκτημα αυτό τείνει να απολεσθεί. Η έλλειψη ξεκάθαρου πλάνου, η σύγχυση ιδεών, ο φόβος, που πηγάζει από την ανασφάλεια, οδηγούν την κεφαλή του συλλόγου σε μια άνευ προηγουμένου παρωχημένη πολιτική στο αθλητικό κομμάτι. Το πρόβλημα είναι πολυεπίπεδο, με πολλές από τις εκφάνσεις του να μοιάζουν με συγκοινωνούντα δοχεία.

Το κορεσμένο και μέτριο ποιοτικά roster, η ανικανότητα κι ο «συνωστισμός».
Το έμψυχο δυναμικό της ομάδας, στα μάτια μου, δείχνει να χωλαίνει. Η ανάλυση των προβλημάτων του ενδελεχώς, μπορεί να πάρει ώρες κουβέντας. Αρχικά, ο αριθμός των παικτών που το απαρτίζουν είναι μεγάλος. 27 επαγγελματίες παίκτες κι ο αριθμός αυτός μεγαλώνει, προσθέτοντας και τους παίκτες από την Primavera, που προπονούνται με την πρώτη ομάδα. Συνήθως, τα μικρά και ευέλικτα group λειτουργούν καλύτερα και αναπτύσσουν μεγαλύτερη ομοιογένεια. Στη Juventus συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Άρα, διαπιστώνεται πρόβλημα. Επιπλέον, πολλοί από τους 27 αυτούς παίκτες, είτε είναι ανεπαρκείς για μια ομάδα, που θέλει να κάνει το επόμενο βήμα της και στην Ευρώπη, είτε έχουν κορεστεί από τις πρόσφατες επιτυχίες και έτσι αδυνατούν να προσφέρουν το κάτι παραπάνω στο σύνολο. Δε μπορεί φυσικά, να παραγνωριστεί το γεγονός ότι συγκεκριμένοι παίκτες έχουν ταβάνι μικρομεσαίας ιταλικής ομάδας, είναι μέτριοι ποιοτικά και τακτικά και υπάρχουν στο σύλλογο ως αριθμοί. Τέλος, εκείνο που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι ο μέσος όρος ηλικίας της Juventus. Τα 28,5 έτη είναι ο μεγαλύτερος ηλικιακός μέσος όρος ομάδας αυτή τη στιγμή στο Campionato. Την κορυφή μοιράζονται από κοινού, Atalanta, Chievo Verona και Juventus. Τρωτό σημείο, καθότι πέραν των επιτυχιών, ο πάταγος ενδεχομένως, που θα προκληθεί από την κατάρρευση αυτού του εύθραυστου οικοδομήματος θα είναι παρόμοιας έντασης με εκείνους των Inter και Milan. Η ανανέωση τους δεν έγινε σταδιακά και ομαλά, καθώς τα προβλήματα κρύβονταν κάτω από το χαλί των εφήμερων επιτυχιών κι έτσι η προσαρμογή τους στη νέα πραγματικότητα, με την απόσυρση της παλιάς φρουράς, ήταν κάτι παραπάνω από βίαιη.

Οι ανασφάλειες του Conte, η πεπατημένη του Allegri και το αποτυχημένο μεσοπρόθεσμο πλάνο.
Ο, πρώην πλέον, προπονητής της ομάδας, σε παλιότερη συνέντευξή του, είχε δηλώσει πώς όταν αναλάμβανε τα ηνία του συλλόγου είχε θέσει ως στόχο από κοινού με τη διοίκηση τη διεκδίκηση του πρωταθλήματος, στην τρίτη χρονιά του project. Δηλαδή, την περασμένη σεζόν.  Η ανέλπιστη επιτυχία της πρώτης σεζόν, η κατάρρευση της Milan πρόπερσι κι η έλλειψη αντιπάλου στο εγχώριο σκηνικό, μετέτρεψε το μακροπρόθεσμο πλάνο σε μεσοπρόθεσμο, με αρνητικές προεκτάσεις.

Από το 2011 μέχρι το 2014, πολλά άλλαξαν. Ένα από αυτά ήταν κι ο ίδιος ο Conte. Ενώ η πρόσληψή του έφερνε αέρα αλλαγής, νέες και φρέσκες ιδέες, προϊόντος του χρόνου και της αναμφισβήτητης επιτυχίας του τράπηκε σε φοβικό και υπέρ του δέοντος συντηρητικό προπονητή, παρά το νεαρό της ηλικίας του. Ο άλλοτε μέσος των bianconeri έμοιαζε εγκλωβισμένος στις εμμονές του, στην απροθυμία του να δοκιμάσει κάτι διαφορετικό από εκείνο, που έφερε το πρώτο πρωτάθλημα το 2012. Η έλλειψη εμπιστοσύνης, μέσω του περιορισμένου rotation, συγκεκριμένους παίκτες αποτέλεσε το πιο τρανό παράδειγμα της προχειρότητας του μεταγραφικού σχεδιασμού και της έλλειψης μακρόπνοης φιλοδοξίας. Στόχος μοιάζει να είναι η εφήμερη επιτυχία και δόξα κι όχι η επιτέλεση έργου, που θα καθιερώσει τη Juventus ξανά στην ευρωπαϊκή ελίτ.

Ο νέος allenatore της ομάδας, Massimiliano Allegri, δείχνει να βαδίζει στα βήματα του προκατόχου του. Το μοτίβο είναι ακριβώς το ίδιο. Περιορισμένο rotation, ανακύκλωση 13-14 ποδοσφαιριστών και παραγκωνισμός των υπολοίπων, γεγονός που διαγράφει με τα πιο έντονα χρώματα την έλλειψη εμπιστοσύνης και του τεχνικού από το Λιβόρνο σ’ ένα μεγάλο κομμάτι του δυναμικού του. Βέβαια, το δείγμα γραφής του είναι αρκετά μικρό, αλλά «η καλή μέρα από το πρωί φαίνεται» και για ορισμένους ποδοσφαιριστές αυτή δεν είναι και τόσο ρόδινη.


Διοίκηση και μετεγγραφικός σχεδιασμός υπό αμφισβήτηση.
Αν κάτι μπορεί να ειπωθεί για το μετεγγραφικό παζάρι στο κομμάτι, που αντιστοιχεί στη Juventus, αυτό δεν είναι ότι φείδεται χρημάτων. Ούτε ότι αρνείται στον προπονητή της την ενίσχυση του roster. Εκείνο, που ξεκάθαρα μπορεί να αποδοθεί σε όλους τους εμπλεκόμενους είναι η έλλειψη αυστηρά οριοθετημένου πλάνου. Πάντοτε, υπάρχει μια λίστα με πιθανούς υποψηφίους πρώτης επιλογής, που είναι εκτός του οικονομικού βεληνεκούς της ομάδας. Η λίστα αυτή, συνήθως, δημοσιεύεται από το φίλα προσκείμενο τύπο στη Juventus και δημιουργούνται προσδοκίες, οι οποίες πολύ σύντομα διαψεύδονται, λόγω της αδυναμίας απόκτησης του παίκτη. Έτσι, αποτέλεσμα είναι η δημιουργία μιας αρνητικής ατμόσφαιρας γύρω από την ομάδα και μειονεξία των νέων αποκτημάτων, καθώς αποκτήθηκαν μόνο και μόνο γιατί «αδυνατούσαμε να αγοράσουμε τους πρώτους στόχους μας».

Επιπλέον, έχει παρατηρηθεί στον οργανισμό της Juventus πώς ο παίκτης, που έχει αποκτηθεί, έχει προβάδισμα έναντι του γηγενούς, με το κριτήριο της σπατάλης των χρημάτων κι όχι της ποδοσφαιρικής αξίας. Ποδοσφαιρική αντίληψη, που ανήκει στην περασμένη χιλιετία. Άλλη μία αδυναμία, που προκύπτει από τα πεπραγμένα των τεσσάρων και κάτι αυτών ετών είναι η ανικανότητα της διοίκησης να επιβάλλει τη βούλησή της στο αθλητικό τμήμα, επιδεικνύοντας πυγμή σε κρίσιμα για την ομάδα ζητήματα. Πιο τρανό παράδειγμα από την περίπτωση του Quagliarella δεν υπάρχει. Το χειμώνα η Juventus ήθελε να τον παραχωρήσει, αλλά ο παίκτης αρνούνταν πεισματικά. Η τροπή της υπόθεσής του, με τον περιορισμένο χρόνο συμμετοχής, άλλαξαν τη στάση του ποδοσφαιριστή, που θα πωληθεί το καλοκαίρι, αλλά η οικονομική ζημιά για την ομάδα είναι αρκετά «σεβαστή». Περίπου 3 εκατομμύρια θα κοστίσει η αδυναμία επιβολής των διοικούντων. Παρακάτω. Κρίνω θεμιτό να παραθέσω άλλα δύο facts, που είναι επιβλαβή και μοιάζουν με παιδική ασθένεια. Το πρώτο είναι η αδυναμία της ομάδας να πουλήσει παίκτες με επωφελείς όρους για το σύλλογο. Απλά, δε μπορεί. Το δεύτερο είναι οι σπασμωδικές κινήσεις, όταν κάτι δεν πάει σύμφωνα με το πλάνο. Γίνονται μετεγγραφικές κινήσεις, απλά και μόνο για να κατευναστεί το μένος των οπαδών. Το παράδειγμα, που έρχεται πρώτο στο μυαλό όλων είναι εκείνο του Elia, που αποκτήθηκε, απλά για να αποκτηθεί.

Κλείνοντας αυτό το αρκετά σημαντικό κεφάλαιο, δε θα μπορούσα να μην αναφερθώ στο φάσμα ενός φόβου, που μεγαλώνει καθημερινά. Πρώτον, να πληγούν η αξιοπιστία και οι προοπτικές του συλλόγου, λόγω της συνεργασίας της ομάδας με σεσημασμένους στην ποδοσφαιρική πιάτσα managers και η μετατροπή της Juventus σε τσιφλίκι μιας πολύ μικρής κλίκας ανθρώπων εκτός συλλόγου. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα από το Raiola δεν υπάρχει. Είναι γνωστό πώς το πιο φλέγον ζήτημα της ομάδας τον τελευταίο καιρό είναι η ανανέωση του συμβολαίου του Pogba. Η υπόθεση δείχνει να κλείνει θετικά για τον παίκτη και το σύλλογο. Ο δαιμόνιος Ιταλο-ολλανδός, για να επωφεληθεί και να δώσει προβάδισμα στη Juventus, προσπάθησε να πείσει τους bianconeri να αποκτήσουν δύο από τους πελάτες του. Τους Ignazio Abate και Ricardo Kishna. Οι διοικούντες δεν ενέδωσαν και οι δύο ποδοσφαιριστές παρέμειναν στις ομάδες τους. Δευτερευόντως, μελανό σημείο μοιάζει η εξαιρετικά κακή εκτίμηση των προσόντων μεταγραφικών στόχων, προϊόν του ελλιπούς scouting. Ουσιαστικά, πρόκειται για παίκτες, οι οποίοι βρίσκονται στη λίστα με τους μεταγραφικούς στόχους, αλλά υποτιμούνται κι έπειτα βρισκόμαστε να τους χρυσοπληρώνουμε, εξαιτίας της έλλειψης εμπιστοσύνης στην προοπτική τους εξ’ αρχής. Το θέμα πάει κάπως έτσι: ο παίκτης κάνει καλή χρονιά, οι μνηστήρες αυξάνονται, οι ομάδες μπαίνουν σ’ έναν πραγματικό πλειστηριασμό, η τιμή του ποδοσφαιριστή εκτινάσσεται κι η «κερδισμένη» ομάδα πληρώνει υπεραξία. Ονοματεπώνυμο: Angelo Ogbonna.

Το πλάνο, που άργησε 2 χρόνια.
Η στροφή σε ορθολογικό ποδοσφαιρικό πλάνο καθυστέρησε αρκετά. Τα αντανακλαστικά της Juventus τέθηκαν σε εφαρμογή μετά τη συντριβή, με κατεβασμένα χέρια, από το νεανικό σύνολο της Bayern Munich. Ίσως, το συγκεκριμένο συναπάντημα θεωρηθεί από τους ιστορικούς του ποδοσφαίρου σημείο καμπής για τη σύγχρονη ιστορία της «Μεγάλης Κυρίας». Το καλοκαίρι, που ακολούθησε η Juventus για πρώτη φορά έδειξε πραγματικό ενδιαφέρον για ποδοσφαιριστές νεαρής ηλικίας, σαρώνοντας πρώτα την εγχώρια αγορά κι έπειτα εκείνη της Ευρώπης. Το ηλικιακό εύρος ξεκινά με τα 22 έτη ως ανώτατη τιμή κι εκτείνεται μέχρι τους παίδες. Το μετεγγραφικό κρεσέντο στο οποίο επιδόθηκε κι έμεινε στην αφάνεια ήταν άνευ προηγουμένου. Πρόκειται για ένα τύποις παιδομάζωμα, το οποίο αφορά τους πιο ταλαντούχους παίκτες της χώρας και βγαίνει σε πέρας, εξαιτίας του καλού δικτύου πληροφόρησης, που έχει εγκαταστήσει η Juventus εντός των τειχών, με πολλές ομάδες «δορυφόρους». Το συγκεκριμένο σχέδιο επεκτείνεται και στην Ευρώπη, με τα πλοκάμια των bianconeri να βρίσκουν πάτημα στη Γερμανία και τις Werder Bremen και Eintracht Frankfurt, ενώ συζητείται συνεργασία με την ισπανική Osasuna, την ολλανδική Den Bosch και εξαγορά ενός πορτογαλικού συλλόγου στη χώρα της Ιβηρικής. Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και το εγχείρημα των Juventus Soccer Schools, το οποίο την περασμένη Πρωταπριλιά έκλεισε 10 χρόνια ζωής. Πολλές χώρες φιλοξενούν τέτοιου είδους σχολεία, μεταξύ των οποίων κι η Ελλάδα, την οποία η επίσημη Juventus έκανε κέντρο της Βαλκανικής της φάμπρικας ταλέντων. Το εύρος εξάπλωσης των ποδοσφαιρικών σχολίων των bianconeri ολοένα εξαπλώνεται, ανοίγοντας νέες πρότυπες σχολές σε κάθε γωνιά του κόσμου. Τα δύο πιο αναγνωρισμένα project αυτή την εποχή, με συνάρτηση παραγωγής και αποτελέσματος, είναι εκείνα της Bayern Munich και της Barcelona. Οι Βαυαροί προτίθενται να επεκτείνουν τις εγκαταστάσεις των ακαδημιών τους, ενώ παράλληλα έχουν απλώσει τα δίχτυα τους στις γειτονικές Αυστρία και Ελβετία. Από την άλλη, οι Καταλανοί είναι αδιαμφισβήτητα από τους καλύτερους ανιχνευτές ταλέντων, πολλά εκ των οποίων κοσμούν την περίφημη La Masia. Πεδίο δραστηριότητας της παραγωγής τους είναι η Ισπανία, η Λατινική Αμερική, η Άπω Ανατολή και αφρικανικές χώρες. Και οι δύο είναι παράδειγμα προς μίμηση, αλλά και προς αποφυγή. Προωθείται ένα μοντέλο, το οποίο αντιστέκεται στις ληστρικές τιμές των ποδοσφαιριστών εν έτει 2014, αλλά παράλληλα υπερτονίζεται η αδηφαγία των μεγάλων συλλόγων, που καταστρέφουν την παραγωγή και το μέσο επιβίωσης των μικρότερων. Είναι δίκοπο μαχαίρι, όπως γίνεται αντιληπτό.

Transfer trafficking με το γάντι και ποδοσφαιρική «μαστροπεία».
Ο γενικός διευθυντής της Juventus, Beppe Marotta κατέστησε σαφές ότι στο πλάνο του για τη λειτουργία του συλλόγου βαρύνουσα θέση έχουν οι νεαροί ποδοσφαιριστές, όπως έπραξε και στη Sampdoria. Όχι όμως με τον καθιερωμένο και παραδοσιακό τρόπο, αλλά με έναν πιο σκοτεινό και παρακείμενο. Στόχος του επικεφαλής της Juventus είναι η απόκτηση των νεαρών ποδοσφαιριστών, που «ακούγονται» στη γείτονα χώρα, για να μην πέσουν στα χέρια των ανταγωνιστών. Από ‘κει και πέρα, ξεχωρίζει η ήρα απ’ το στάρι με τους ικανούς να παραμένουν στο roster, παίρνοντας ευκαιρίες, ενώ οι υπόλοιποι λειτουργούν ως μεταγραφικά ατού και αντισταθμιστικά ανταλλάγματα για την επίτευξη της μείωσης του μεταγραφικού κόστους. Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, η συγκεκριμένη πρακτική μπορεί να είναι ορθή εταιρικά και επιχειρησιακά, αλλά μοιάζει παντελώς ανήθικη. Το παραθυράκι, που εκμεταλλεύεται ο Marotta είναι εκείνο της συνιδιοκτησίας, πρακτική η οποία παραδοσιακά έχει στερήσει από ποδοσφαιριστές την ευκαιρία να ξεδιπλώσουν το πλούσιο ταλέντο τους και να φτάσουν στο 100% της προοπτικής τους. «Είναι η συνιδιοκτησία, ηλίθιε».


                       


Ιταλικός συντηρητισμός, αναγκαία η αλλαγή.
Η Juventus ως εκπρόσωπος της ιταλικής ποδοσφαιρικής σχολής έχει βαθιά ριζωμένη στο dna της την πεποίθηση πώς οι έμπειροι ποδοσφαιριστές οποιασδήποτε ποιότητας και ηλικίας είναι χρησιμότεροι από τους νεαρούς και ταλαντούχους του roster. Έτσι, εύλογα οι πρώτοι έχουν προβάδισμα, με τους δεύτερους να παίρνουν ελάχιστες ευκαιρίες, τις οποίες καλούνται να αρπάξουν από τα μαλλιά, για να αναδυθούν στην επιφάνεια. Η κίνηση, που γκρέμισε την καθεστηκυία αντίληψη, ήταν το παιδομάζωμα του Boniperti στα μέσα της δεκαετίας του ’70. Μεταξύ άλλων, αυτή την περίοδο αποκτήθηκαν οι Zoff, Scirea, Gentile, Cabrini, Tardelli, Causio, Furino, Anastasi, Rossi και Bettega. Πρόσωπα δηλαδή, που έφεραν τη Juventus στην κορυφή της Ιταλίας και της Ευρώπης, αλλά και που συντέλεσαν έτσι ώστε η Squadra Azzurra να κατακτήσει το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1982 στην Ισπανία.

Κλείνοντας, γίνεται αντιληπτή η ανάγκη για στροφή στις ακαδημίες, η ανάδειξη γηγενών ποδοσφαιριστών και η αλλαγή, συνολικά, της αθλητικής φιλοσοφίας της ομάδας. Πρέπει, επιτέλους, να εγκαταλειφθεί το ποδοσφαιρικό μοντέλο της δεκαετίας του ’90, το οποίο βασιζόταν στις πανάκριβες αγορές παικτών, να γίνει οικοδόμηση ισχυρών θεμελίων, που θα αναδείξει τη Juventus σε σωματείο υγιές και αυτάρκες με μεταγραφές εξαιρετικών ξένων ποδοσφαιριστών. Εύχομαι από καρδιάς, αυτή η μετατόπιση του μεταγραφικού ενδιαφέροντος να λάβει χώρα σύντομα, ώστε να δούμε επιτέλους μιας Juventus βγαλμένη από μια εποχή παλιότερη, πιο ρομαντική και πιο όμορφη. Η αρχή έγινε με την απόκτηση του νεαρού Coman. Υπάρχει δρόμος ακόμη για την περαίωση του μεγάλου αυτού ταξιδιού. Έως τότε, αναμονή και υπομονή.

Forza!