13/1/15

Είδωλα θολά.



Φύση μελαγχολική. Δεν είναι σίγουρο αν εκ γενετής έτεινε στο γκρι, αλλά η ροπή προς αυτό αποκρυσταλλώθηκε στα εφηβικά χρόνια. Κι η μελαγχολία συχνά τον οδηγεί στην αναζήτηση του χαμόγελου στο παρελθόν. Το παρόν, που μοιάζει τόσο πομπώδες και ένδοξο. Αδύνατο να μην εκστασιαστεί. Να μην το αγαπήσει. Να μην εκφράσει την επιθυμία να ζήσει μια χούφτα λεπτά σ' εκείνο το εξιδανικευμένο, για εκείνον, περιβάλλον. Αχ. Μακάρι να υπήρχε ένας τρόπος να γυρίσει το χρόνο πίσω και να ζήσει πράγματα, που δεν κατάφερε να ζήσει ποτέ.


Επιστροφή στο '90. Τότε, που καλά καλά δεν είχε ξεκινήσει την ερωτική επαφή του με το ποδόσφαιρο. Τότε, που παραπονιόταν, συνεπικουρούμενος από τη μάνα του, να σταματήσει να βλέπει αυτά τα ανιαρά παιδιά, που κλωτσούσαν τη μπάλα σ' αυτό υπερβολικά μεγάλο ορθογώνιο χώρο. Άκουγε ιστορίες από τότε, που θυμάται τον εαυτό του για παίκτες-θρύλους, για ποδοσφαιρικά έπη, που αγγίζαν' τη σφαίρα του μύθου. Αφηγήσεις, που ανύψωναν τους πάντες στη σφαίρα του ονειρικού, του ανέγγιχτου. Που μετέτρεπαν κοινούς θνητούς σε Ελ Σίντ για τους αντιπάλους τους. Ακόμη και τώρα, θυμάται τις διηγήσεις αυτολεξεί. Μάλλον επειδή στα χρόνια, που ακολούθησαν συνέχισε να τις ακούει, ώστε να του γίνουν βίωμα. Το ερέθισμα έλειπε. Όπως και το θέλγητρο. Η ταύτιση για ένα παιδάκι ήταν απαραίτητη. Ούτε τέτοια διέθετε. Ο χρόνος σε τέτοιες περιπτώσεις λειτουργεί υπέρ. Υπέρ των πάντων.

Κι αν οι αφηγήσεις ήταν ζωντανές, εκείνο που ήταν ακόμη πιο ζωηρό απ' αυτές ήταν ένας ποδοσφαιριστής γύρω στο 1,80, μακρυμάλλη τον έλεγες, τότε. Αν υπάρχει έρωτας με την πρώτη ματιά, τότε τέτοιος ήταν. Κι αν η ταύτιση γεννάται τόσο ξαφνικά και αναπάντεχα τότε τέτοια ήταν. Αν η πρώτη αγάπη είναι αυτή που μας ορίζει για το υπόλοιπο της ζωής μας, τότε ναι, για εκείνον ήταν. Και συνεχίζει μέχρι σήμερα να ορίζει, να προσανατολίζει το ποδοσφαιρικό του γούστο. Για εκείνον, που ποτέ του δεν έβαλε σε κάποιον την ταμπέλα του “προτύπου” και σε κανέναν, αυτός έτεινε να εξελιχθεί σε τέτοιο, μετά τον πατέρα του φυσικά. Πρότυπο ήθους, πρότυπο ποδοσφαιριστή. Όπως κάθε παιδάκι, είχε κι εκείνος τον ήρωά του. Έναν ήρωα, που προσπαθούσε να μιμηθεί και να κοπιάρει όσο τίποτα άλλο. Στις τρίπλες, στην τεχνική, στα γκολ, στους πανηγυρισμούς.

Μετά ήρθε ο καινούριος. Ο ξανθός. Αυτός ήταν πιο συνειδητή επιλογή. Ο πρώτος υποχώρησε στο ασυνείδητο. Άλλος είχε την πρωτοκαθεδρία. Άλλος μονοπωλούσε το ενδιαφέρον. Άλλον προσπαθούσε να μιμηθεί. Ίσως και με περισσότερη επιτυχία. Η ιστορία προχώρησε. Ο χρόνος έκανε και πάλι το θαύμα του. Στο κουρμπέτι 10 χρόνια και κάτι ψηλά, άρχισε πάλι η μεταστροφή. Το “πισωγύρισμα”. Ίσως ήταν η ανάγκη για επαναπατρισμό, που λειτούργησε καταλυτικά. Σε μια φάση, που το συναίσθημα ξαναφούντωνε, η επιστροφή στις καταβολές του έμοιαζε λυτρωτική. Ήταν όντως λύτρωση. Η καθεστηκυία κατάσταση επανήλθε. Ο πρώτος ήταν ξανά πρώτος. Ο ξανθός αρκέστηκε στη δεύτερη θέση. Τρίτος ήταν ένας ψηλέας, που κάλυπτε το τέρμα με μαγεία. Σαν να 'χε δώσει όρκο σε μια ανώτερη δύναμη ότι “Δε θα περάσει”. Σαν να έπινε από το μαγικό των Γαλατών κι έπαιρνε μπρος. Άνθρωπος πείσμων και αποφασιστικός. Αρνιόταν και ακόμη αρνιέται.


                                             



Στην αρχή της ωρίμανσης άρχισε να βλέπει κάποια πράγματα πιο καθαρά. Και τους 3 τους αγαπούσαν. Τον πρώτο όμως πιο πολύ απ' όλους. Δεν ήταν ένα απλό νούμερο. Ήταν κάτι πολύ πιο υψηλό, κάτι το πιο πολύπλοκο. Ιδανικό; Ποδοσφαιρικός Μεσσίας; Θεός; Οι διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα σ' αυτά τα 3 είναι ιδιαίτερα λεπτές. Η ουσία της υπόθεσης παραμένει η ίδια όμως. Η αγάπη τους έφτανε τα όρια της τρέλας. Της παράνοιας. Ήταν κάτι περισσότερο από τοπικός ήρωας. Τον αγαπούσαν όλοι. Ακόμη κι οι εχθροί του. Εκείνος ο επιβλητικός αριστεροπόδαρος, που το μαλλί του δεν χάλαγε ποτέ, τον έπαιρνε αγκαλιά συχνά πυκνά. Κι ας τα συμφέροντα τους συγκρούονταν. Ίσως τον ένιωθε μικρό του αδερφό. Ποιος ξέρει; Κι η αγάπη ξεπέρασε τα στενά όρια της χώρας. Ισπανία, Αγγλία, σηκώθηκαν στο πόδι να χειροκροτήσουν. Τότε που εκείνος κι οι άλλοι δύο από τους σωματοφύλακες έμειναν να δίνουν κουράγιο, δύναμη, πίστη.

Το πάθος είχε φουντώσει για τα καλά. Οι διηγήσεις συνεχίζονταν. Μόνο, που αυτή τη φορά ταξίδευε ολοένα πιο πίσω. Στο Βέλγιο του '85. Στην Ισπανία του '82. Στο μεταπολεμικό Τορίνο. Στην Αόστα. Επιβάτες αυτή τη φορά ο πατήρ και ο πρεσβύτερός του. Η φλόγα κοινή. Τα πρόσωπα ακόμη περισσότερα. Ιστορίες που έβριθαν από ζωή. Από Τιτάνες, που κάθε φορά επιδίδονταν σε μια τελετουργική αναπαράσταση της προηγούμενης μάχης τους. Με έκβαση διαφορετική. Όσα κι αν άκουγε, όσα κι αν ρουφούσε σαν σφουγγάρι, εκείνος ήταν εκεί. Καθηλωμένος στην πρώτη θέση. Η δοκιμασία μέσα στην ψυχή του ήταν πετυχημένη. Αφού δεν υποχώρησε στην ακμή της υπερπληροφόρησης του φορέα του, η λήθη θα τον εδραίωνε ακόμη πιο πολύ. Θα τον έχτιζε μέσα του.

Το πρώτο σοκ ήρθε το 2009. Ο ξανθός, παλιοσειρά πλέον, αποφάσισε να υποσταλεί. Εκούσια. Με χαμόγελο και δάκρυ. Έτσι δεν είναι οι αποχωρισμοί; Ένας φόβος μεγάλωνε μέσα του. Ανάσαινε πάνω στο λαιμό του. Ο χρόνος αυτή τη φορά λειτουργούσε εναντίον του. Εναντίον του πρώτου. Κι όλα έγιναν απρόσμενα. Δολοφονία, είπαν. Πιο πολύ έμοιαζε με αυτο-πυροβολισμό.

Κι έπειτα κενό. Σιωπή. Και ξανασυναντούσε το μαύρο. Θόλωνε. Αδυνατούσε να το χωνέψει και να το αναλογιστεί. Το μαύρο τον αγκάλιαζε ξανά. Κι υποκατάστατο δεν υπήρχε. Η αφήγηση, έφτασε στο παρόν και ξαναπήρε τον ίδιο δρόμο. Προς τα πίσω. Γιατί το σήμερα είναι θολό. Κι η ομίχλη πιο πυκνή απ' ότι ήταν κάποτε. Κι ο δρόμος δεν είναι δρόμος. Είναι λεωφόρος. Που οδηγεί στο μέρος, που μοιάζει με πατρίδα. Στην παιδική του ηλικία. Στα παιδικά του όνειρα.

Από τον Α. για τον Α.

Φόρτσα! 

2/1/15

Σε βαρομετρικό χαμηλό.



Μουντή και παγερή μέρα. Η θερμοκρασία κοντά στο μηδέν. Το περιβάλλον παρέχει απλόχερα την αφορμή. Όχι, δεν πρόκειται για ενημερωτικό δελτίο της Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας. Σκέφτηκα να ζεστάνω την ατμόσφαιρα μ’ ένα κείμενο-αφιέρωμα στο πιο καυτό ζήτημα της καθημερινότητας της Juventus από το καλοκαίρι κι έπειτα· την παρουσία ή απουσία, αν προτιμάτε, και την αγωνιστική κατάσταση του Arturo Vidal. Το κείμενο θα μπορούσε να τιτλοφορηθεί εναλλακτικά ως «Η άνοδος και η πτώση του βασιλιά Αρθούρου» ή ακόμη πιο δεικτικά «Πώς να ξενερώσεις τους οπαδούς σε 3 μήνες». Βαρείς χαρακτηρισμοί και τίτλοι, που έτειναν προς την υπερβολή. Ο συγκεκριμένος τίτλος, λοιπόν, επιλέχθηκε με μία σταθερά κατά νου· ο παίκτης δεν ξέχασε το ποδόσφαιρο, που ήξερε. Τελεία. Απλά βρίσκεται σε παρατεταμένο τέλμα. Αρκετά πράγματα μοιάζουν να μη λειτουργούν σωστά, εκείνος παρουσιάζεται ντεφορμέ, χωρίς διάθεση και ενέργεια. Όλα αυτά δημιουργούν ένα εκρηκτικά επικίνδυνο μείγμα και μια υπόθεση εξαιρετικά περίπλοκη, δαιδαλώδη και σκοτεινή. Με το Χιλιανό να μη διάγει τις καλύτερες μέρες του στο Τορίνο, να έχει αφήσει τον καλό του εαυτό και τη φόρμα του στα της περασμένης σεζόν, θα επιχειρήσω να ψηλαφήσω τα αδρά περιγράμματα των λίγων γεγονότων, που ήρθαν στην επιφάνεια και μετέτρεψαν την περίπτωσή του σε πρώτης τάξεως σαπουνόπερα.

Τις πταίει;
Ποιος και τι; Πρόβλημα πολυεπίπεδο. Με πτυχές, που μοιάζουν με συγκοινωνούντα δοχεία και η «έκρηξη» της μίας έθεσε σε εφαρμογή μια αλυσιδωτή αντίδραση τύπου domino. Ο αποκλεισμός από τη Benfica, η επιβάρυνση στο Mundial, το χαμένο πέναλτι με τον Ολυμπιακό. Το πρόβλημα επαφίεται σε 5 διαφορετικές διαστάσεις, ευρυφασματικές, με διαφορετικό περιεχόμενο, αλλά σε απόλυτη συνάφεια με τις υπόλοιπες. Έτσι, μοιάζει απόλυτα λογικό ο τραυματισμός, η κακή αποθεραπεία, η επιστροφή στο μεταβαλλόμενο ποδοσφαιρικό περιβάλλον του Vinovo, τα εξωαγωνιστικά τερτίπια του παίκτη να οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στη φετινή αγωνιστική μετριότητα.

Η αρχή της μάστιγας.
Μια αναδρομή στην παρελθούσα 3ετία, με προπονητή τον Antonio Conte, κρίνεται απαραίτητη. Ο τραυματισμός, που άνοιξε τον ασκό του Αιόλου έχει τις ρίζες του εκεί. Αρχικά, γίνεται λόγος, πολύ σωστά, για υπερεπιβάρυνση και καταπόνηση του παίκτη. Ισχυρισμός, που έχει βάση, καθώς ο Vidal για τον Conte ήταν το ίδιο σημαντικός με τον Pirlo, αν όχι περισσότερο. Είναι γνωστό τοις πάσι ότι ο παίκτης δεν ξεκουραζόταν ούτε στα θεωρητικά εύκολα παιχνίδια, με αποτέλεσμα να συσσωρεύεται κόπωση και καταπόνηση. Επιπροσθέτως, η κράση του δεν είναι «βιονική», που όλοι μας πιστεύαμε και λογικό επόμενο ήταν να κλατάρει ο παίκτης. Ειδικότερα, την τελευταία σεζόν έπαιζε επί μήνες με πρόβλημα στο μηνίσκου του δεξιού του ποδιού, επιβαρύνοντας αποφασιστικά την κατάσταση του γονάτου του. Για να κλείσει με το χειρότερο τρόπο η αλληλουχία των τραγικών χειρισμών, προστέθηκε στη λίστα το καθυστερημένο χειρουργείο του παίκτη, μετά την απώλεια του στόχου του Europa League από τους Λουζιτανούς της Benfica.

Το χειρουργείο και ο «πνιγμός» στον Αμαζόνιο.
Την επόμενη του αποκλεισμού εισέρχεται στο χειρουργείο. Η αρθροσκόπηση, στην οποία υπεβλήθη απαιτούσε περίπου 2-2,5 μήνες αποθεραπείας. Με την επιπλέον επιβάρυνση που υπέστη το γόνατο, - ο παίκτης αγωνιζόταν τραυματίας - το διάστημα αυτό θα έπρεπε, φυσιολογικά, να είναι κατά τι μεγαλύτερο. Όλα αυτά υπό συνθήκες ιδεατές. Η πραγματικότητα ήταν κάπως διαφορετική. Το Παγκόσμιο Κύπελλο, η θέληση του παίκτη να συμμετάσχει στη διοργάνωση, αλλά και η πίεση από μέρους της Χιλής προκειμένου να είναι ετοιμοπόλεμος – ο Jorge Sampaoli τον θεωρεί ακρογωνιαίο λίθο για το σύστημα των Λατινοαμερικάνων – οδήγησαν σε αποθεραπεία-ρεκόρ, που ολοκληρώθηκε σε διάστημα μικρότερο του ενός μήνα. Όπως είχαν δηλώσει οι γιατροί, ο παίκτης ήταν ιατρικά έτοιμος να δώσει το «παρών», αλλά η παρουσία του στα γήπεδα της Βραζιλίας διατράνωσε την κυριαρχούσα πεποίθηση· το μυαλό ήθελε, αλλά το σώμα αρνούνταν πεισματικά να ανταποκριθεί. Η αποθεραπεία-express, οι πόνοι στο γόνατο, που έκαναν την εμφάνισή τους και κατά τη διάρκεια του Mundial και κυρίως ο φόβος για υποτροπή, έδειξαν σε παίκτη και προπονητικό επιτελείο ως μόνη οδό το συντηρητικό πρόγραμμα άμα τη επιστροφή του στο Piemonte. Οι παράγοντες αυτοί του στέρησαν ουσιαστικά τη σωστή προετοιμασία, που είχε ακολουθήσει τα προηγούμενα καλοκαίρια. Προφανώς, λοιπόν, είναι απόλυτα λογικό να στερείται τρεξιμάτων, ενέργειας και δυναμισμού. Εκείνο συμπεραίνουμε είναι πώς η πλευρά της Juventus χειρίστηκε με το χειρότερο τρόπο την υπόθεση. Όχι μόνο έθεσε σε κίνδυνο τον παίκτη και την καριέρα του, ρίσκαρε την επένδυσή της, αλλά και έθεσε εν αμφιβόλω τη μελλοντική της πορεία, της οποίας ο Vidal είναι βασικός συντελεστής. Σε δύο διαφορετικές χρονικές φάσεις οι διοικούντες της «Μεγάλης Κυρίας» κρίθηκαν μετεξεταστέοι· η πρώτη είναι το καθυστερημένο χειρουργείο. Η δεύτερη είναι η έλλειψη δυναμισμού, πυγμής και η υποχώρηση υπό το βάρος των πιέσεων της Εθνική Χιλής, με την οποία δεν ήθελε να έρθει σε ανοιχτή αντιπαράθεση. Προτιμήθηκε η διπλωματία από τη διασφάλιση των κεκτημένων της.


                             


Κινήσεις πανικού και παίκτης ενδεής κινήτρων.
Μοιάζει και ομολογώ πώς είναι κουραστικό. Αλλά είναι η βάση όλων για την πορεία της Juventus από το καλοκαίρι κι έπειτα. Η αποχώρηση του Conte από τον πάγκο της ομάδας τη δεύτερη μέρα της προετοιμασίας – πολύ κακό το timing για μια τέτοια αλλαγή, αντικειμενικά – θεωρείται δικαίως σημείο μηδέν. Το σοκ, η οργή και η αγανάκτηση του κόσμου πέρασε, όπως είναι φυσικό και στους παίκτες. Τους μόλυνε. Μετεγγραφές «παγώνουν» προσωρινά, διαρρέουν φήμες ότι ορισμένοι παίκτες απαιτούν συνάντηση με τους διοικούντες κι άλλες σκηνές απείρου κάλλους. Δικαίως και κατανοητό πλήρως. Για ένα σεβαστό κομμάτι του roster ο Conte είναι μέντορας. Ο άνθρωπος, που τους έδωσε την ευκαιρία να εκτινάξουν την καριέρα τους ή να την ξαναβάλουν back on track. Η ατμόσφαιρα μυρίζει μπαρούτι, η αίσθηση που επικρατεί θέλει τον Allegri προσωρινό ή έστω μεταβατικό με την ταμπέλα, που τον συνοδεύει να γράφει «πισωγύρισμα». Άπαντες «ξενερωμένοι». Σε τέτοιες περιστάσεις, ρόλο για τον αθλητή παίζει η ικανότητά του ίδιου να δημιουργεί νέα κίνητρα ανεξάρτητα από εκείνα, που προτάσσει ο προπονητής στην ομάδα. Παίζει ρόλο η αποφασιστικότητα του χαρακτήρα. Κι ο Vidal μοιάζει με παίκτη, που αδυνατεί να παράξει κίνητρο για να δώσει το 100% υπό τις οδηγίες του νέου προπονητή. Η έλλειψη κινήτρου «πυροδοτεί» τη χαλάρωση της αυτοπειθαρχίας κι έτσι φτάνουμε στο εξωαγωνιστικό επεισόδιο με τον Arturo να πρωταγωνιστεί σε καυγά σε club του Τορίνο παραμονές σημαντικού αγώνα για το Champions League στα μέσα Οκτωβρίου. Και τη δημόσια κατακραυγή του.

«Γιατρέ μου, έχω ψυχολογικά;»
Στα μάτια μου, ο Vidal, εκτός από κίνητρα, μοιάζει να στερείται και την αυτοπεποίθηση, που διέκρινε το παιχνίδι του από τη μέρα που αφίχθη στο Τορίνο. Ομολογουμένως, τη φετινή σεζόν δεν έχει κάνει ούτε ένα καλό παιχνίδι, βάσει των standards του. Μοιάζει με περιφερόμενη καρικατούρα στο τερέν. Με παίκτη, που δεν έχει υπόσταση στο παιχνίδι του και χαρακτηρίζεται από flat έως κενός. Όποτε χρησιμοποιείται δε μπαίνει δυνατά στις μονομαχίες, δείγμα του ότι ο τραυματισμός του τον βασανίζει ακόμη νοητικά και δεν τον έχει ξεπεράσει ακόμη. Συγκέντρωση στο παιχνίδι του δεν υπάρχει· τα ποσοστά του στις πετυχημένες πάσες είναι χαμηλά σε σχέση με τα συνηθισμένα, χάνει πολλές μπάλες από απροσεξία και αφηρημάδα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το παιχνίδι με τον Ολυμπιακό στην Αθήνα, όταν σχεδόν δώριζε τη μπάλα στους παίκτες της ελληνικής ομάδας. Μέχρι τώρα έχει μαζέψει ουκ ολίγες κάρτες για καθυστερημένα μαρκαρίσματα ή άγαρμπες ενέργειες, στο παιχνίδι με τη Sampdoria ο διαιτητής του χάρισε την κόκκινη κάρτα, ενώ ήδη έχει μείνει εκτός αγωνιστικής δράσης, λόγω τιμωρίας λόγω συμπληρωμένου αριθμού καρτών. Είναι φανερό ότι δεν έχει ψυχολογία. Παίζει φοβισμένα, χωρίς πίστη στις ικανότητές του. Δεν παίρνει πρωτοβουλίες. Η εικόνα του Vidal να κατεβάζει τη μπάλα από την περιοχή της Juventus, είτε για να τη μεταβιβάσει στον Pirlo κι εκείνος να οργανώσει το παιχνίδι είτε για να βγει στην αντεπίθεση, φέτος εκλείπει. Το χαμένο πέναλτι στον επαναληπτικό αγώνα με τον Ολυμπιακό λειτουργεί ως το καλύτερο πειστήριο. Βέβαια, από την όλη συνάρτηση δε μπορούμε να αφήσουμε εκτός και τη διαχείρισή του από το νέο προπονητή, που κάθε άλλο παρά εμπιστοσύνη δείχνει να τρέφει προς το πρόσωπό του. Προς το παρόν, ευελπιστώ.

Τρία κλικ αριστερά.
Ο τίτλος της ποιητικής συλλογής της Κατερίνας Γώγου ταιριάζει απόλυτα στον τρόπο μετεγκατάστασης του Vidal στο χώρο, βάσει του νέου συστήματος που εφαρμόζει ο Λιβορνέζος τεχνικός. Επί Conte ο Χιλιανός αγωνιζόταν εκ δεξιών του Pirlo, με εξαιρετική απόδοση τόσο αμυντικά, όσο και επιθετικά. Αποτέλεσμα; Να μετατραπεί στον πιο box to box αμυντικό μέσο, που κυκλοφορεί στο ευρωπαϊκό στερέωμα. Ο Allegri, αντιθέτως, του επιφυλάσσει ένα νέο ρόλο στο 4-3-1-2, που χρησιμοποιεί το τελευταίο χρονικό διάστημα. Εκείνον του 10αριού. Με στόχο να κλείσει την «τρύπα», που προκύπτει από την έλλειψη παίκτη για να αγωνιστεί πίσω από τους δύο επιθετικούς. «Και γιατί θυσιάζει αυτόν κι όχι κάποιον άλλο;» θα μπορούσε να αναρωτηθεί ο οποιοσδήποτε. Αυθόρμητο και καίριο ερώτημα. Για δύο προφανείς λόγους. Αφενός, για να χωρέσουν όλοι. Η τριάδα Pogba-Pirlo-Marchisio παγιώθηκε εν τη απουσία του «Πολεμιστή» και τους εμπιστεύεται περισσότερο, τον καθένα για διαφορετικούς λόγους, από το Χιλιανό. Αφετέρου, είναι ο πιο ευέλικτος ήτοι versatile, πολυδιάστατος και ευπροσάρμοστος παίκτης της ομάδας, οπότε η πρώτη σκέψη στο μυαλό του Allegri εικάζω πως ήταν «Πέρσι έπαιξε libero, γιατί όχι και επιθετικός μέσος φέτος;». Κυριαρχούσε η εντύπωση, δηλαδή, ότι είχε τη δυνατότητα να καλύψει τη θέση με επιτυχία. Αμ δε. Ο Vidal στερείται τη δημιουργία, την κάθετη πάσα και την ευελιξία να κινείται στα ρήγματα, που δημιουργούνται, ούτως ώστε να θεωρηθεί καλή λύση για τη συγκεκριμένη θέση. Απότοκο του συγκεκριμένου πειραματισμού το ξενέρωμα του ποδοσφαιριστή, ο οποίος όποτε επιλέγεται να αγωνιστεί πίσω από τους 2 επιθετικούς και η κάμερα εστιάζει πάνω του μοιάζει εντελώς έξω από τα νερά του.

Με μια βαλίτσα στο χέρι.
Ήταν πρωταγωνιστής στο, κατά γενική ομολογία, μεγαλύτερο σίριαλ του καλοκαιριού. Το ενδιαφέρον από μεγάλες ευρωπαϊκές ομάδες ήταν ζωηρό και το χαλί από εκατομμύρια, που στρώθηκε στα πόδια του υπαρκτό. Η φημολογία φούντωνε μέρα με τη μέρα, καθώς ο ίδιος και πολύ περισσότερο ο manager του Fernando Felicevich φρόντιζαν να κρατούν ανοικτό το παράθυρο της αποχώρησης από το Piemonte. Η συγκεκριμένη τακτική προκάλεσε αστάθεια στη συμπεριφορά, την προσήλωση και την αφοσίωση του ποδοσφαιριστή, του οποίου ο νους ενδεχομένως ταξίδευε μακριά από τη βάση του. Πώς θα μπορούσε η απόδοσή του να μην επηρεαστεί, εφόσον η υπόθεση δεν είχε τελεσιδικήσει; Εν τέλει παρέμεινε στο Τορίνο, χωρίς όμως να έχει αποδείξει με την απόδοσή του στο γήπεδο πώς αυτή ήταν η βασική επιθυμία του από το καλοκαίρι.

Κλάση ή χρήματα;
Ήρθε η ώρα να μιλήσω επί προσωπικού. Με τα όσα έχουν διαδραματιστεί από τις αρχές Σεπτεμβρίου έως και σήμερα, πολλοί είναι εκείνοι που κακίζουν τη στάση της Juventus να μην παραχωρήσει τον παίκτη, εκμεταλλευόμενη μια από τις δελεαστικές προτάσεις που έφτασαν στην Corso Galileo Ferraris. Εύλογα το θέμα μπαίνει σε επαναδιαπραγμάτευση. Κόντρα στο ρεύμα θα επιλέξω το πρώτο, επιμένοντας στην κλάση. Αρχικά, ας δούμε το θέμα με οικονομικά κριτήρια. Ήταν πρακτικά αδύνατο ο παίκτης να πιάσει το peak της τιμής του με ένα πρόσφατο χειρουργείο να βαραίνει το ιατρικό του φάκελο και να ρίχνει σκιές πάνω από το κατά πόσο θα ήταν έτοιμος να «μπει» σε φουλ αγωνιστικούς ρυθμούς στη νέα του ομάδα. Δεύτερον, από την πλευρά της Juve είναι προφανές ότι θα υπήρχε δυσκολία στην αντικατάσταση του παίκτη. Δεν υπάρχει άλλος τέτοιος παίκτης, τουλάχιστον διαθέσιμος προς μετεγγραφή, οπότε ο Χιλιανός θα υποκαθιστούνταν από έναν εύπλαστο, νεαρό και άπειρο ποδοσφαιριστή. Δεν υπάρχει ο κατάλληλος προπονητής για κάτι τέτοιο όμως. Τρίτον, με τα έως τώρα πεπραγμένα να λένε την πικρή αλήθεια, ήταν από δύσκολο έως αδύνατο να γίνει καλή διαχείριση των χρημάτων, ειδικά αν αναλογιστούμε πώς στην αγορά υπάρχουν αρπακτικά, που διψούν για «αίμα». Τέλος, μπαίνει και το ηθικό σκέλος στην υπόθεση. Η χιλιοειπωμένη «στήριξη» αποδεικνύεται εμπράκτως όταν κάποιος παίκτης κάνει «κοιλιά» ή δεν αποδίδει με τον τρόπο, που μας έχει συνηθίσει και όχι όταν όλα βαίνουν καλώς. Δε νομίζετε;


                                               


Σημείωση προς αριθμολάγνους.
Τη φετινή σεζόν ο Vidal μετρά 19 συμμετοχές, 5 τέρματα και 1 assist. Η απόδοσή του στο γήπεδο όμως είναι επιεικώς απαράδεκτη. Οι αριθμοί στο ποδόσφαιρο δε λένε τα πάντα. Fact. Η γενικότερη εικόνα του ποδοσφαιριστή και της απόδοσής του αντικατοπτρίζεται και επιβεβαιώνεται από την πλήρη καθίζησή του σε όλες τις στατιστικές κατηγορίες. Η πτώση των αριθμών του Χιλιανού έχει άμεση επίδραση και στα νούμερα της μεσαίας γραμμής της ομάδας, αλλά κυρίως στην εικόνα της. Παρουσιάζεται τουλάχιστον ένα κλικ πιο αργή, λιγότερο δυναμική και πιεστική. Αυτό οδηγεί σε ένα κέντρο αρκετά πιο soft, με αμυντική ανισορροπία, που μετριάζεται, ευτυχώς, από την πολύ καλή φετινή παρουσία του «Principino».

Κλείνοντας και χωρίς να έχω κάτι περισσότερο να προσθέσω στα ήδη αναφερθέντα, συνιστώ ψυχραιμία και υπομονή. Ο ποδοσφαιριστής περνάει μια δύσκολη περίοδο, αλλά βγάζει θετική αύρα προς τα έξω και μοιάζει να προσπαθεί να ανακτήσει τη χαμένη του φόρμα. Γι’ αυτό, πίστη στις ικανότητές του, εμπιστοσύνη στο φιλότιμό του και κυρίως μην ξεχνάμε πώς είναι ο Vidal, που επί 3 χρόνια επευφημούσαμε άπαντες. Basta και το μέλλον θα δείξει αν έμαθε από την περιπέτειά του.

Φόρτσα!

Καλή χρονιά. Εύχομαι ένα έτος δημιουργικό, μεστό, πιο φωτεινό. Γεμάτο πάθος, στόχους, υπομονή, υγεία, χαμόγελο, επιτυχία, θέληση, όνειρα. Αυτά είναι η βάση. Το πώς θα συναρμολογήσει ο καθένας τα κομμάτια του δικού του παζλ για το ’15 είναι υπόθεση προσωπική.