“Μπορείς να τους ξεγελάς όλους για λίγο καιρό, λίγους όλον τον καιρό, αλλά όχι όλους όλον τον καιρό” λέει η γνωστή ρήση του Abraham Lincoln. Ας μου επιτραπεί το αυθαίρετο δικαίωμα να προσθέσω κάτι επιπλέον. “Μπορείς να ξεγελάσεις και την τύχη, να της κρυφτείς και να της υφαρπάξεις την εύνοια, που συνοδεύει ένα και μοναδικό της άγγιγμα”. Κάποια στιγμή θα το πληρώσεις, νομοτελειακά. Στην εποχή μας, που περισσότερο από κάθε άλλη παρελθούσα, η νίκη γίνεται πατρογονική κατάκτηση για τον οπαδό, τα αποτελέσματα συντηρούν μια προσωρινή, που πολλές φορές τρέπεται σε προσωπική, αίσθηση ευφορίας. Ένα μη επιθυμητό αποτέλεσμα μπορεί να πυροδοτήσει αλυσιδωτές αντιδράσεις, ικανές να οδηγήσουν σε Επανάσταση. Ικανές να αποτελέσουν το εναρκτήριο σημείο μιας καινής έλικας στο ατέρμονο ποδοσφαιρικό σπιράλ. Υπό αυτές τις συνθήκες, με την επενέργεια της τύχης εμφανή και την απουσία της, ορισμένες φορές, ηχηρή θα προσπαθήσουμε να δούμε ολιστικά τις προϋπάρχουσες παθογένειες της Juventus και τα προβλήματα, που ανέκυψαν στην πορεία των αγώνων, απαλλαγμένα από τη μεροληψία στην οποία οδηγούν τα αποτελέσματα και με αποκλειστικό γνώμονα τα όσα παρατηρούμε και προσλαμβάνουμε.
Η ηρεμία πριν την καταιγίδα.
Κάνοντας μια αναδρομή στο καλοκαιρινό τρίμηνο, είναι εύλογο να λεχθεί ότι τίποτα δεν προμήνυε τη σημερινή κατάσταση στο Vinovo. Τουλάχιστον, για την πλειοψηφία. Αντικειμενικά, το περασμένο καλοκαίρι ήταν ίσως το πιο μεστό και ήσυχο μεταγραφικό καλοκαίρι των τελευταίων ετών. Η Juventus το “κέρδισε” δικαιωματικά με τη μεγάλη ανατροπή στο πρωτάθλημα και το δεύτερο συναπτό double. Επιπρόσθετα, ο αποκλεισμός στο νήμα από τη Bayern Munchen άφησε στην πλατιά μάζα των οπαδών μια γλυκόπικρη γεύση, γεννώντας παράλληλα προσδοκίες για το μέλλον. Τα πάντα έμοιαζαν να λειτουργούν ρολόι. Γρήγορες και εντυπωσιακές μεταγραφές, μερικές εκ των οποίων σε βάρος των εγχώριων αντιπάλων, έκαναν τους οπαδούς της Vecchia Signora να φουσκώνουν από υπερηφάνεια και να ονειρεύονται. Στην αισιοδοξία των οπαδών προστέθηκε και εκείνη, συγκρατημένη βέβαια, των παραγόντων της ομάδας, οι οποίοι σε δηλώσεις τους άφηναν να εννοηθεί πώς στόχος της Juventus είναι να διεκδικεί επί ίσοις όροις το Champions League από εδώ και μπρος. Στον αντίποδα, μοναδική παραφωνία ήταν η προδιαγεγραμμένη πώληση του Paul Pogba και η μη αναμενόμενη, με βάση τα μέχρι εκείνη τη στιγμή δείγματα, κωλυσιεργία στην υπόθεση του παίκτη, που θα υποκαθιστούσε τον Γάλλο μέσο. Όλα αυτά φαινομενικά, καθώς η πραγματικότητα ήρθε να διαψεύσει τις προσδοκίες και άφησε “μποναμά” ένα σύννεφο προβληματισμού πάνω από την πρωτεύουσα του Piemonte.
Μεταγραφές στο πόδι.
Pjanic, Higuain, Daniel Alves, Pjaca, Benatia, Cuadrado. Σχεδόν ονειρικές προσθήκες θα τις χαρακτήριζε ο μέσος bianconero. Όχι αδικώς, καθότι μιλάμε για έναν όμιλο παικτών ικανό να κάνει τη διαφορά. Με την πρώτη ματιά. Η ένεση ποιότητας είναι αδιαμφισβήτητη, αλλά οι προτεραιότητες λανθασμένες και οι παίκτες μη ταιριαστοί. Μη ταιριαστοί με το προϋπάρχον σύνολο, που αποτελεί κορμό της Juventus τα τελευταία – επιτυχημένα – χρόνια. Αρχικά, θεωρώ πώς τα λεφτά για τον Higuain είναι υπερβολικά και θα έπρεπε να ξοδευτούν με μεγαλύτερη φειδώ και σε άλλες θέσεις, που πονά η ομάδα. Η απόκτηση ενός ποιοτικού μέσου ήταν υπεραπαραίτητη. Η ευχή πραγματοποιήθηκε, αλλά όχι με σωστό τρόπο, στο πρόσωπο του Pjanic. Εφόσον, ο τρόπος παιχνιδιού και το σύστημα υπαγορεύουν την ύπαρξη regista basso θα έπρεπε, ιδανικά, να αποκτηθεί είτε ένας τέτοιος για να επιστρέψει στο φυσικό του χώρο ο Marchisio, είτε να αποκτηθεί ένας ποδοσφαιριστής με χαρακτηριστικά κοντά σ' εκείνα του Pogba και που να ταιριάζει με τον “Principino”. Τέτοιος παίκτης δεν ήρθε.
Αντ’ αυτού ήρθε ένα 8άρι, που θέλει πολλή ώρα τη μπάλα στα πόδια του και δεν είναι ακριβώς συνηθισμένο στο πιο άμεσο παιχνίδι των Τορινέζων. Συν τοις άλλοις, οι νέοι ποδοσφαιριστές δεν έχουν την επίδραση που θα περίμενε κανείς στο παιχνίδι της ομάδας, με εξαίρεση ίσως τον Juan Cuadrado. Τέλος, εκνευριστική είναι η έλλειψη μεσότητας στα μεταγραφικά της ομάδας, που την χαρακτηρίζει ανέκαθεν. Πλέον, δε φοβάται να ξοδέψει υπέρογκα ποσά για την απόκτηση ποδοσφαιριστών, αλλά παραμένει το κακό συνήθειο να ψάχνει η διοίκηση για bargains ακόμη και σε περιπτώσεις παικτών, που ποιοτικά ή για άλλους λόγους, δεν μπορούν να σταθούν και να προσφέρουν στη Juventus, που ολοένα προοδεύει.
Προβληματικό πλάνο.
Στο ψηλότερο επίπεδο, που επέστρεψε τα τελευταία χρόνια και φιλοδοξεί να διατηρηθεί η Juventus μετρά και η παραμικρή λεπτομέρεια. Ένα εμπόδιο, ίσως όχι το πιο ψηλό, είναι το μέγεθος του roster. Η πρώτη ομάδα μετρά 27 ποδοσφαιριστές και μαζί με τους μικρούς από την Primavera, που προπονούνται με τους “μεγάλους” περιστασιακά, είναι φανερό πώς η κατάσταση γίνεται αρκετά δύσκολη. Αυτή η ανωμαλία δεν εξασφαλίζει καλή ποιότητα των προπονήσεων, αλλά και σύσφιγξη των παικτών σε ένα ομοιογενές σύνολο με τη δέουσα ευκολία και σε εύλογο χρονικό διάστημα. Επιπρόσθετα, το ίδιο roster μεγαλώνει ηλικιακά, όσο κυλάει ο χρόνος. Ο μέσος όρος ηλικίας είναι τα 28,2 χρόνια. Κι αυτό αποτελεί πρόβλημα υπό την οπτική της έγκαιρης στελεχιακής ανανέωσης της ομάδας. Η καθυστέρηση αυτή θέτει σε κίνδυνο τη μεταλαμπάδευση της νοοτροπίας νικητή, που χαρακτηρίζει τη Juventus και που έκανε μεγάλο αγώνα για να ανακτήσει.
Στο παραπάνω πρόβλημα συντελεί και η έλλειψη σοβαρού πλάνου αξιοποίησης των ταλαντούχων νεαρών. Δεν αρκούν μόνο τα λόγια, που θα τους πείσουν να υπογράψουν, οφείλουν να υποστηρίζονται και από την κατάλληλη αλληλουχία πράξεων. Για τον Rugani πολλά ακούμε, αλλά λίγα βλέπουμε για παράδειγμα. Παράλληλα, απογοητευτική είναι η ελάχιστη έως μηδενική βελτίωση, που επιδεικνύουν – ή μάλλον δεν επιδεικνύουν - οι νεαροί, που αποκτήθηκαν για να στηρίξουν το πλάνο της επόμενης μέρας. Έλλειψη πλάνου, έλλειψη ενός αποτελεσματικού προγράμματος για νεαρούς, έλλειψη προσοχής ή ελλιπές ποδοσφαιρικό κριτήριο, το αποτέλεσμα παραμένει το ίδιο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο Sturaro, ο οποίος δεν έχει επιδείξει την παραμικρή βελτίωση από τη μέρα που ήρθε και μάλιστα παρουσιάζεται και χειρότερος σε πολλές περιπτώσεις.
Σημαντική, τέλος, είναι και η εξασθένιση του ντόπιου στοιχείου στην ομάδα. Ίσως το σημαντικότερο πρόβλημα, που έχει να αντιμετωπίσει τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Σύμφωνοι, οι ποιοτικοί Ιταλοί ποδοσφαιριστές είναι ελάχιστοι, αλλά ποιος μίλησε για παίκτες βασικούς αποκλειστικά; Σημασία έχει το corpus των Ιταλών να είναι δυνατό στα αποδυτήρια μιας ομάδας, ώστε να παραμένουν οι αλλογενείς ποδοσφαιριστές προσγειωμένοι, σοβαροί και να μην παρουσιάζονται φαινόμενα αδιαφορίας και χαλαρότητας.
Διάβρωση μετάλλου, κάκιστη νοοτροπία.
Τα χρόνια της ξηρασίας, την 5ετία 2006-2011 όλα ξεκίνησαν με αυτόν τον τρόπο. Οι μισθοφόροι έκαναν παρέλαση από το Torino κάθε χρονιά και σταδιακά χάθηκε η νοοτροπία, που για δεκαετίες χαρακτήριζε τη Juventus ως οργανισμό. Τη νοοτροπία αυτή επανέφερε στην ομάδα ένα δικό της παιδί, ένας insider. Ο Antonio Conte. Για μία τριετία αποτέλεσε τον απόλυτο οδηγό η νοοτροπία αυτή και συνεχίζει ακόμη να έχει σημαντική επίδραση στην ομάδα. Κάποια πράγματα όμως έχουν διαφοροποιηθεί με την έλευση Allegri. Έχει υιοθετηθεί μια αγωνιστική προσέγγιση πιο χαλαρή και ένα αγωνιστικό στυλ πιο ράθυμο, παθητικό και περιστασιακά μπλαζέ χωρίς να υπάρχει δικαιολογία ικανή να δώσει επαρκή αιτιολόγηση.
Το μότο “Νίκη με το μίνιμουμ της προσπάθειας” τείνει να εξελιχθεί σε δόγμα στο Vinovo κι αυτό είναι που ξενίζει περισσότερο από το καθετί. Αυτά τα μικρά – μικρά οδηγούν σταδιακά στην παγίωση μιας λανθασμένης νοοτροπίας, που χαρακτηρίζεται από φόβο, συντηρητισμό και παθητικότητα, έχοντας ως άμεσο απότοκο την απώλεια της αίσθησης ανωτερότητας, την παραχώρηση της κυριαρχίας εντός των τεσσάρων γραμμών. Αυτό είναι που στοιχίζει στα ντέρμπι μαζί με την έλλειψη πάθους και την αδυναμία μετάδοσης κινήτρου και ατμόσφαιρας αδημονίας στους ποδοσφαιριστές. Ο κόσμος ζει για τα ντέρμπι, άσχετα αν η βαθμολογική αξία τους στο μαραθώνιο του πρωταθλήματος δε διαφοροποιείται από έναν αγώνα με μικρομεσαία ομάδα. Ο Conte ζούσε για αυτά τα παιχνίδια κι όπως αντικατοπτριζόταν και στο γήπεδο, μαζί του ζούσε γι' αυτά και όλη η ομάδα.
Τέλος, παρατηρείται και μια χαλάρωση αναφορικά με το επίπεδο πειθαρχίας. Υπάρχουν επιβεβαιωμένα, διόλου τιμητικά, περιστατικά με πρωταγωνιστές τους Vidal, Caceres, Pereyra και εσχάτως το Mario Lemina, που τράκαρε το αυτοκίνητό του ξημερώματα πριν λίγες ημέρες. Όλα τα παραπάνω δεν αποτελούν καλούς οιωνούς για την ομάδα, όσο ζοφερό κι αν ακούγεται.
Ποδοσφαιρική οπισθοδρόμηση.
Αγωνιστικά η Juventus ελέγχεται για πολλά. Ένα από αυτά σίγουρα δεν είναι το παρατεταμένο ντεφορμάρισμα, που παρατηρείται σ' αυτό το πρώτο κομμάτι της σεζόν. Θα εστιάσουμε αλλού, σε γενικότερα προβλήματα, που εμφανίζονται καιρό. Αρχικά, η Juventus δίνει την αίσθηση της ομάδας, που πηγαίνει στον αυτόματο πιλότο. Δεν παρουσιάζει νέα αγωνιστικά στοιχεία, δίνει την εντύπωση πώς είναι ένα σύνολο ποδοσφαιριστών δίχως καμιά χημεία, πως είναι πλίνθοι και κέραμοι ατάκτως ερριμμένοι. Πιο συγκεκριμένα, η έλλειψη αγωνιστικής έντασης και πίεσης είναι αρνητικό χαρακτηριστικό της, ενώ είναι πρωτοφανής και η έλλειψη αυτοματισμών για μια ομάδα, που λίγες προσθαφαιρέσεις έχει να παρουσιάσει τα τελευταία χρόνια. Επιπλέον, δεν υπάρχει επιθετικό transition χαρακτηριστικό ομάδων, που δεν αρέσκονται να κρατούν πάρα πολλή ώρα τη μπάλα στα πόδια τους, κατηγορία στην οποία ανήκει και η Juventus.
Εκτός των άλλων, το ποδόσφαιρο που παρουσιάζει είναι πλήρως αναχρονιστικό, βασίζεται κυρίως σε προσωπικές εμπνεύσεις, κατά βάση του Dybala, και πολύ στατικό. Η υπερεξάρτηση από τον μικρόσωμο Αργεντινό μάγο στο δημιουργικό τομέα είναι παροιμιώδης σε σημείο, που η Juventus παρουσιάζεται ευνουχισμένη παραγωγικά εν τη απουσία του. Επιπλέον, αυτό, που υποτίθεται πώς ήταν το κύριο πλεονέκτημα του Allegri έναντι του προκατόχου του, δηλαδή η τακτική του ευελιξία, δεν έχει κάνει την εμφάνισή του στο Torino. Αδυνατεί να προσαρμόσει το σύστημα στα χαρακτηριστικά των ποδοσφαιριστών, που διαθέτει, καταλήγοντας να αναθέτει σε παίκτες με διαφορετικά στοιχεία, συγκεκριμένα παγιωμένα και αρτηριοσκληρωτικά καθήκοντα, που έχουν ως αποτέλεσμα ορισμένοι εξ' αυτών είτε να μην αποδίδουν – Pjanic σε ρόλο regista – είτε να εκτίθενται ανεπανόρθωτα – Sturaro σε ρόλο “Khedira”, συγκεντρώνοντας τα πυρά των φιλάθλων.
Τέλος, η άμυνα δεν είναι πλέον το “ενισχυμένο σκυρόδεμα” του παρελθόντος, δεχόμενη εύκολα φάσεις, γεγονός που οφείλεται στην αμυντική ανισορροπία, που προξενείται από την αγωνιώδη προσπάθεια του προπονητή να ωθήσει παραπάνω ποδοσφαιριστές να συνδράμουν στην επιθετική ανάπτυξη της ομάδας, με αποτέλεσμα να παραμελούν ή να αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στα αμυντικά τους καθήκοντα. Έτσι ο άξονας της ομάδας γίνεται ιδιαιτέρως ευάλωτος. Τέλος, οι αμυντικές στημένες φάσεις τείνουν να εξελιχθούν σε άλυτο γρίφο για τον Allegri, επίσης. Συμπερασματικά, η Juventus παρουσιάζει την εικόνα μιας ομάδας αδούλευτης, που συγκεντρώνεται για πρώτη μέρα στο προπονητικό κέντρο, όπου προετοιμάζεται για τη νέα χρονιά.
Ομφαλός του κόσμου.
Τραυματισμοί. Η μεγαλύτερη κατάρα από τη μέρα αλλαγής του προπονητικού team. Οι τραυματισμοί σ' αυτό το επίπεδο οφείλονται σε 3 παράγοντες ξεχωριστά ή μεταξύ τους συνδυαστικά: α) κακή ή ελλιπής αποκατάσταση, β) κακή εκγύμναση στην αρχή της χρονιάς και γ) σε υπερβολική καταπόνηση. Ο τρίτος παράγοντας a priori απορρίπτεται για τους προφανείς λόγους, που αναλύσαμε παραπάνω. Για τον πρώτο παράγοντα η διοίκηση πήρε μέτρα, εκπαραθυρώνοντας τον dottore Tencone άκομψα και χρεώνοντάς του ολοκληρωτικά την ευθύνη για το τσουνάμι τραυματισμών πέρσι. Η, σύμφωνα με τη διοίκηση, αιτία του κακού έφυγε, το πρόβλημα όμως παραμένει.
Μήπως είναι τελικά ζήτημα εκγύμνασης; Ο Tencone συνεργάστηκε για 3 χρόνια με τον Paolo Bertelli, 2 φορές καλύτερο γυμναστή φυσικής κατάστασης στην Ιταλία, αρμονικά και χωρίς ιδιαίτερο πρόβλημα, με τους τραυματισμούς να είναι ελάχιστοι. Με την έλευση του νέου γυμναστή φυσικής κατάστασης, Simone Folletti, με το βεβαρημένο ιστορικό στη Milan, άνοιξε ο “ασκός του Αιόλου”. Μήπως είναι αυτός ο υπεύθυνος τελικά; Τροφή για σκέψη. Βέβαια, εφέτος υπάρχει και το ελαφρυντικό των σοβαρών και άτυχων τραυματισμών, που κρατάνε ποδοσφαιριστές σημαντικούς εκτός δράσης για σεβαστά χρονικά διαστήματα. Πάντως, η περίπτωση με τη διάγνωση στον τραυματισμό του Pjaca μόνο θυμηδία προκαλεί και εκθέτει τη διοίκηση και την επιλογή της να ποντάρει στον dottore Rigo και το team του.
Κλείνοντας αυτόν τον μεγάλο και δαιδαλώδη προβληματισμό, καταλήγουμε στο εξής συμπέρασμα· τα πράγματα σίγουρα δεν είναι ρόδινα, όπως όλοι περιμέναμε το καλοκαίρι. Σίγουρα, η κατάσταση δεν είναι απελπιστική. Ούτε η ήττα από τη Genoa είναι η αιτία. Είναι, βασικά, η αφορμή για το ξεδίπλωμα μιας συζήτησης εκτενούς αναφορικά με το πού βαδίζει και προς τα πού πλέει η Juventus. Υπάρχουν παθογένειες, προβλήματα μικρότερα ή μεγαλύτερα, που οφείλει η διοίκηση να λύσει βρίσκοντας την αιτία τους. Οι παροδικές και σπασμωδικές ενέργειες δίνουν λύση προσωρινή και αργά ή γρήγορα θα εμφανιστούν ξανά. Είτε θα επιλέξουμε να τα καυτηριάσουμε, να τα επισημάνουμε ανεξαρτήτως αποτελεσμάτων, βασιζόμενοι στην αγάπη μας για το ποδόσφαιρο και τη Juve είτε θα επιλέξουμε να τα κρύψουμε, να μην τα “δούμε” ένεκα αποτελεσμάτων και νικών, που φουσκώνουν το “εγώ” μας. Εσύ με ποιον είσαι;